Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

Για μια άλλη μπύρα

Ήμουν πάλι σε μια απο τις γνωστές στους φίλους μου αλκοολικες αθηναϊκές βόλτες, που κάποτε θα με κάνουν διάσημο και καποιο ρούμι ελληνικό θα φιλοξενήσει τη μορφή μου ωσάν τον Τζόνι γουοκερ, ελπίζοντας μόνο για κάτι πιο ευγευστο. Τις οποίες παρατήσεις για το κατά πόσον θα πουλήσει ένα προϊόν με εξώφυλλο έναν χοντρο με μια σκοροφαγωμενη μπλούζα σοντομ, καπελο μες στον ιδρώτα και πατομπουκαλα, τις αντιπαρεχομαι. Το μόνο που θα σχολιάσω είναι πως δε χρειάζεται να επικρατήσει ο ρεαλισμός. Ας μάθουμε να κοιτάμε πιο μακροπρόθεσμα, παίρνοντας υπ οψιν τον σημαντικό ρόλο του μυθου στην διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Τελοσπαντων. Ας τα λύσουν οι ιστορικοί - διαφημιστές του μελλοντος. Ας ξαναγυρίσουμε στην βόλτα μας, η οποία θα έλεγα έβαινε επιτυχώς, με αρκετή όρεξη και πολύτιμες διάφορες παρατηρήσεις που μονο ένα μεθυσμενο μυαλό έχει την ευαισθησια να τις συλλάβει, οπως και διαφορες φωτογραφίες σύγχρονων ερειπίων, με την αγαπημένη μας κυβέρνηση να τα σκορπά παντου προσφέροντας τουριστικό θεαμα στην καθημερινότητα σου.

Τώρα ποια περιοχή ήταν δε θυμάμαι ακριβώς, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Το πιο σημαντικό ήταν πως η ώρα ήταν κάπου 12 παρά, άρα είχαμε αρκετό χρόνο να παρασυρθούμε από το ορμητικό ποτάμι που κυλά στους πρωινους δρόμους στις Αθήνας με ολες τις μυρωδιες από τις μουσκεμένες αυλες ,από ανοιχτά παραθυρα ,με τις ψιλοκουβεντες έξω από τις πόρτες, τα κορναρισματα, τα βρισιδια, τις συζητήσεις στα καφενεία, όλο αυτό το βουερο σμήνος δηλαδή που σαν εισβάλει μες στην δροσερη κυψέλη του αλκοολικού μυαλού, βγαίνει το γλυκό μελι της γραφής που εκτιμά ο κάθε καλογουστος γευσιαναγνωστης.

Το μονο που είχα παρατηρήσει ήταν πως το ρούμι κόλα που είχα φτιάξει ορεξατος από το πρωί κάπου στα 170μλ εξαιρετικά καμουφλαρισμένο σε μπουκάλι κόκα κόλα διοτι έχουμε και μια υπόληψη να διατηρούμε είχε τελειώσει, μα αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα στην πολυαγαπημένη μας πατριδα. Αντιθέτως με διάφορες χώρες πειθαρχημένες και σοβαρές που ενθουσιάζουν διάφορους ξενερωτους, πλήθος μπυρών πωλούνται στα ψιλικατζιδικα και ουδένα πρόβλημα δεν υπάρχει να την πινεις και στον δρόμο, πέρα ίσως από το υποτιμητικό βλέμμα κάποιου περαστικού, που κι αυτό κάπως λύνεται χυνοντας στην μπύρα στο μπουκάλι της κόκα κόλα, κι έτσι μπορεί να νομισει καποιος πως έβαλες τη βιταμίνη σου για να πάρεις δύναμη λόγω της δυσκολης ημέρας που είναι ακόμα στα μεσα της.

Σε εκείνο το σημειο είναι και η στιγμή της μαγείας να προσθέσω, διότι οπως μπλέκεται το ρουμι με την μπύρα, σου κάνει το ωραίο γύρισμα στο μυαλο, αυτό το κλικ, που κάνει την τελευταία ώρα της βόλτας ακόμα και συναρπαστική και περιπετειώδη. Μετά κάπου από της μιάμιση όλα αρχίζουν να ηρεμούν, να χαλαρώνουν, και όλα χάνουν την αρχική τους δύναμη, με το πράγμα να ξενερώνει σε ένα σημαντικο βαθμό.

Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε πως έχουμε να κάνουμε με ειδικές συνθηκες, κι έτσι μέσα στη ραστωνη του μεσημεριού και τη καταβύθιση του αλκοολικού μυαλού, έρχεται η κατάλληλη ισορροπία, η τέλεια στιγμή, όπου νομίζεις πως η πολιτεία έχει μπατάρει κι εσυ έχεις βρεθεί σε ένα τόπο εντελώς χαμένο, που ουδείς δεν πάτησε ποτέ, σαν να έχεις ναυαγισμένος εντός της πόλης ενώ μπορεί να είσαι ακόμα και πλησίον κάποιου μετρό. Μου έχει συμβεί κάποιες φορές αυτό το μαγικό συναισθημα δημιουργώντας μνήμη από τίποτα, όπως συνηθίζει να κάνει ευεργετικα το αλκοόλ, αλλά νταξει. Είπαμε να πάμε μια βόλτα. Μην το ξεφτιλισουμε. Δε κάνουμε και τίποτα αλκοολικούς μαραθώνιους! Τους σκεφτομουν κι αυτούς μια μερα γιατί περπατούσα 4 ώρες σερί και θα ήταν μια ενδιαφέρουσα ιδέα ως βάδην τουλάχιστον, αλλά εκεί υπάρχει το καυτό θέμα του κατούρηματος που σε περιοχές τύπου κατω Πατήσια γίνεται ακόμα πιο φλέγον με αποτέλεσμα να πηγαίνεις τρέχοντας να κατουρήσεις σε πάρκιν και να σε παίρνουν χαμπάρι και να στην λένε κάτι ντουλάπες κι εσύ να αντιμιλας γιατί έχεις και το αυτοκαταστροφικο θράσος του αλκοόλ με αποτέλεσμα να κινδυνεύεις να σε πάρουν στο κυνήγι, αλλά.. ας αφήσουμε αυτήν την συναρπαστική ιστορία για άλλη φορά.

Αρκετά σας κούρασα με την πολυλογια μου. Στο θέμα μας τώρα. Ειμασταν στη μπύρα. Μπαίνω στο πρώτο ψιλικατζιδικο που συναντώ. Όλα μέσα φυσιολογικά. Κόκα κόλα ταμπέλες, τσιγάρα, ψυγεία με αναψυκτικα και μπύρες. Όλα όπως πρέπει. Παίρνω μια μπυρα από το ψυγείο, κρύα όπως την ήθελε και ο θείος, και πλησιάζω στο ταμείο. Ο καταστηματάρχης με ατενίζει με εκπληξη, λες και κρατούσα μολότοφ και ειμασταν έξω απτου γκινη. Το ότι αυτό το σκηνικό ήταν στην φαντασία και των δυο μας ομως, του έδωσε και το απαραιτητο θράσος.
Τι έγινε, μου λέει. Μπύρα τέτοια ώρα;
"Ναι . Μπύρα τέτοια ώρα. Τέτοια ώρα μπήκα στο μαγαζι σου κι εσύ πουλας μπύρες. Γιατί χρειαζεται ειδική ανάλυση το ζήτημα; Τι θέμα υπάρχει; Μήπως ζούμε σε κάποιο ανεστραμμένο αντιαλκοολικο παραμύθι, όπου όποιος πιει μπύρα πριν τις δώδεκα γίνεται κολοκύθα; Ναι.Μπυρα τέτοια ωρα!" θα έπρεπε να του πω, αλλά το μόνο που είπα με το γνωστό μου ντροπαλό αντικοινωνικο στυλ."Ναι... Μπύρα... Ναι... Μμμ...Ναι.."
Τον πληρωνω.Παιρνει τα λεφτα.Έχεις και ανοιχτηρι τον ρωταω;


Εκεί ήταν το τελειωτικό ερώτημα. Μια απέραντη φρίκη απλώθηκε στο πρόσωπο του.
Καλά!Τώρα θα την πιεις; με ρώτησε σχεδόν με πνιγμένη από τ αλλεπάλληλα σοκ φωνή;
"Ναι!Τώρα θα την πιω! Τι ζόρια τραβάς ρε άνθρωπε; Ο πατέρας μου είσαι; Αλλά και να ήσουν, δε θα μου έλεγε τέτοιες μαλακίες. Μάλλον θα μου έλεγε" τι έγινε μπύρα τέτοια ώρα; Γιναμε αντρακια; Χτες το βράδυ στο πάρτι έιχε μουνια; Γαμησαμε; Γαμησαμε; Κι εγώ θα του έλεγα "έλα ρε μπαμπα. τι είναι αυτά που λες. Ναι είχε κάτι κοπελες. " κι αυτός θα μουρμουριζε φευγοντας " ακου κοπέλες.. τι γιο έβγαλα γαμωτη μου
..." Δεν θα μου έλεγε τέτοιες μαλακίες! Τι παίζουμε τώρα; Το " στο μυαλο του Οικονομίδη;" Ναι θέλω να την πιω τώρα ρε! Τώρα! Φέρε το ανοιχτηρι ρε! Το ανοιχτηρι!!!" Θα έπρεπε να του πω, αλλά πάλι με το γνωστό προαναφερθέν στυλ είπα " Ναι... Τώρα θα την πιω... Ναι... Τώρα.. ναι...Μμμ... Ναι...

Προχώρησα προς την έξοδο. Αυτός με κοιτούσε με ένα στυλ λυπησης και προβληματισμού μαζί, γιατί απέναντι ο κάδος ήταν γεμάτος και δε θα είχε που με τοποθετήσει αν λιποθυμουσα.

Βγήκα έξω.Γι αυτό σκέφτηκα σε όλους τους τη σπάνε οι μικροαστοί μαγαζατορες. Οι πολυεθνικές σου παίρνουν τα φράγκα χωρίς να πουλάνε ηθικολογια. Οι γονείς σου στα πρηζουν αλλά σου δίνουν φράγκα. Οι μαγαζατορες και στα ζαλίζουν και στα παίρνουν.

Ενθουσιασμένος από αυτήν την καίρια κοινωνιολογικη μου παρατηρητή, άρχισα να πίνω την μπύρα συνεχίζοντας τη βόλτα μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου