Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Για ένα όνειρο που έγινε αέρας

Ήρθε η ώρα να μιλήσω για ένα θέμα που με βασανίζει εδω και καιρό και θέλω από όλους την απόλυτη προσοχή, όπως και την κατανόηση σας. Είναι ενα πολύ σημαντικό ζήτημα, που όσο και να προσπαθω να το ξεχάσω για να συνεχίσω την ζωή στην γνωστή γαλήνια σαν βουρκο καθημερινότητα της, όλο στους δρόμους το αντικρίζω και με κατακλύζει μια στιγμιαία  πηγαία ατόφια οργή. Μέχρι που σκέφτομαι πως αν αυτό το φαινόμενο αναλυθεί σημειολογικά, μπορει ναα φταίει για την κατάντια της χώρας μας.Ναι! Αυτη η φρικαλέα σιχαμερή αντιδραστική μπουρδοατακα  διεισδύει στο μυαλό μου, με εμένα να την διώχνω γεμάτος τρόμο και αηδία για τον εαυτό μου, αλλα το ότι αυτό το γεγονός συμβαίνει ιδιατερως συχνά θα έλεγα, αποδεικνύει και την δραματικότητα αυτού του κοινωνικού φαινομένου.

Ποιο είναι ρωτάτε με αγωνία φαντάζομαι;

Η κατάχρηση του nike Α Ι R!

Το ξέρω τώρα κάποιοι γελάνε και μιλάνε για τραβηγμένες φαιδρότητες, αλλα κάνουν τραγικο λάθος. Το θεμα είναι σημαντικότατο. Επειδή οι ίδιοι έχουν αλλοτριωθεί -αποκτηνωθεί και δεν τους απασχολεί τι συμβαινει πέρα απο  κατεστραμμένο εγώ τους, δεν σημαίνει πως ολα εκεί έξω ειναι αντίστοιχα αδιάφορα και ανάξια λόγου. Πως εξηγείτε πχ έναν που είδα στο λεωφορείο και είχε τσάντα ναικ αιρ. Τι θα πει αυτό; Την φουσκώνεις και μετά γίνεται αερόστατο για να κάνεις κοπάνα απο κανα αισχρό σχολείο-φυλακή όπως το γυμνάσιο το 27 που πήγαινα στον κολωνο ; Μακάρι αλλά χλωμό να έχουμε καν διανοηθεί τόσο χρήσιμες ευρεσιτεχνίες. Εμ και το άλλο όμως; Kαπελο ναικ αιρ; Αυτό τι θα πει παλι; Πως ψηφίζεις χρυσή αυγή;

Για καθίστε κύριοι. Δεν μπορούμε να παίζουμε έτσι με τέτοιες αξίες. Για μας  κάποτε αυτά τα τρια γραμμα που ήταν έτσι απομακρυσμενα το ένα απο το αλλο, μας θύμιζαν ακριβώς πόσο μακριά ειμαστε απο αυτο το όνειρο. Γιατί για εμάς τότε τα 90σ της φτώχειας και της εξαθλιωσης, που αντε να μας έδινε ο πατέρας μας ενα χιλιάρικο για κάνα καφέ και μετά αν δεν προλαβαίνεις το λεωφορείο,  έδινες κουράγιο στο εαυτό σου επειδή μπορεί να σε κάνουν ντοκιμαντέρ στο μέλλον όπως τον γκεμπρεσιλασιε, αυτό ήταν: Ένα όνειρο. Μια ελπίδα. Μια ανατριχίλα. Tα εβλεπες να τα φορανε άλλοι και σε πλημμύριζε εκείνος ο μύθος, με μια ζήλεια βαθιά να σε αναστατώνει και να σε γλυκαίνει ως τα βάθη σου της ψυχης σου. Να τα είχες κι εσύ  ήθελες και δε σε πειραζε τι θα γινει μετα. Ας τα φερμαρανε. Σιγα. Θα γυρνούσες ξυπολητος σπιτι και θα την έβλεπες αμπεμπε μπεκιλα. Τουλάχιστον βίωσες αυτό το μοναδικό συναίσθημα να πετάς κι εσυ στους αιθέρες, και δεν ήσουν μια ζωη με τις φτέρνες σου σφηνωμένες στο τσιμέντο, τα φτερά σου τσακισμένα, κομμένα απο την ριζα, και το κορμι σου αλυσοδεμενο με τα γεράκια καθηγητές και συμμαθητές να σε βασανιζουν χωρίς να έχεις μια  ελάχιστη σπίθα μεσα στη καρδιά σου να νοσταλγείς και να ζεσταίνει τα ψυχρά σαν το βλέμμα των κοριτσιων και τα μπαλκόνια των παρτυ, βράδια.

Κι εκείνες οι μικρές τρύπς  που ξεπρόβαλαν εκεί στην άκρη της σόλας προστατευμενες απο ==το διάφανο υλικό; Σαν σπηλιές έμοιαζαν θαλασσινες που επνεε απο μέσα τους αέρας καθάριος,  δροσερός, προφυλαγμενος απο τον εκείνον τον δηλητηριώδη που φυσούσε μέσα απο τα σχολικα κελια και τα βρώμικα στενά  της γειτονιάς. Σαν να πνιγόσουν ήταν σε εναν σιχαμερό πηχτό βούρκο, να ειχες λιγες ανάσες ακόμα, και κάποιο ευλογημένο χέρι να σου έβαζε μια μάσκα με οξυγόνο για να σε επαναφέρει στη ζωη.

Φυσικα για χρήματα όπως προείπα ουτε λόγος. Συνεχώς αναγκαζόμουν να βλέπω τις σολες ετσι μονοκόμματες, ενιαίες, στιβαρές, σαν πλάκες μετά από σεισμό που με ειχαν συνθλίψει χωρίς ουτε μια ρωγμή για να αναπνευσω. Τέτοιες δραματικές στιγμές ζούσα μεχρι που επικαλέστηκα το πασίγνωστο ελληνικό εφευρετικό δαιμονιο και ακολούθησα τον δρόμο της μίμησης, της μελαγχολίας, και της γραφικότητας, που όμως κάτι στο ελάχιστον απάλυνε τον πόνο της ψυχής μου, και το πατριωτικό πνεύμα της αγορά τους ήταν μια  πράξη προς το όφελος της πατρίδας όπως έλεγε και  ο κεννεντι.

Ναι ναι. Για τα strike ομιλώ. Καλά καταλάβατε οι γνωστες και μελαγχολησατε ακαριαίως.

Σίγουρα λύση ανάγκης προδοσίας και κατάντιας επίπεδου συριζα,  αλλα και μονοδρομος μνημονιακός. αφου ο πατρικος  δανεισμός ήταν ιδιαίτερα σκληρός και τα μετρα σφιχτά κι επαχθη, Όμως πήρα κι εγω απο τότε κάτι απο την συριζαικη απατεωνιά  και είπα λίγο να εντυπωσιαστώ φτηνά κανεναν ή καμια (ακόμα καλυτερα) αφελή. Κάτι υπήρχε εκει στην ακρη της σόλας. Κατι το ακαθόριστο, το μυστηριώδες. Κατι που δεν ηταν ακριβως ευδιάκριτο το υλικό του, αλλά προκαλούσε  την περιέργεια. Πως κάτι συμβαίνει εκεί μέσα πέρα από τα καθιερωμένα σολορουτινιαρικα δεδομένα. Εχει και μπλε. Μαζι και λιγο μωβ. Περίεργες φασεις. Ψυχεδελικες. Κατι σαν ταιντ αι σε φάση αεροσολας. Ποιος ξερει μπορεί και να ηταν καλυτερες. Μπορει τα άλλα να είχαν αέρα κοπανιστό, ενω τα δικά μου καθε φορά που τα πατούσες, να την ακουγες αλλα 60s και 90s μαζι, σε ενα  μαγικό ψυχεδελικο 69, και να πετουσες πραγματικά στον αερα. Τριπακι σε σολα.  Με το μαγαζί που το αγόρασα να μην υπάρχει. Να μην υπηρξε ποτε. Να είναι στην θεση του μια γρια που την ειδε καποιος κάποτε να καρφώνει τα βράδια μονη στις μπασκετες κάτω από το  κιτρινα φωτα των δρόμων βαθια τη νυχτα, και δεν το πιστευει κανείς. Όλα γίνονται, Στην τελική εδω κυκλοφορούσε και νεροσολα. ΝΑI ΝΕΡΟΣΟΛΑ. BK ήταν θυμάμαι,Και δεν το λέγαν για πλακα. Σοβαρά μιλούσαν για νεροσολα και θαύμαζαν. Τώρα γιατί λειτουργούσε δεν μπορώ να καταλάβω. ΅Επαιζε κάνα τουρνουά με  δελφινια τσιπούρες και βατραχάνθρωπους. Δύσκολο. Στην τελικη  όμως αυτός που το έφτιαξε, για καποιον λόγο το έφταιξε, Εσυ ποιος είσαι; Ένας μαλάκας πιτσιρικάς που μιλάει ολημερίς για παπούτσια,. Βούλωσε το.

Όμως όπως έχω πει και τοτε στην ιστορία με την κονκάρδα και ολοι οι φανατικοι μου αναγνώστες την θυμούνται, ακόμα και όταν βιωνεις μια ελάχιστη ευτυχία εκεινη την εποχη ειδικά, οσο βλακώδης κι αν ήταν, ο νομος του μερφι δεν κανει διακρίσεις. είναι σκληρός κι αμειλικτος. Ετσι λοιπόν εκεινο το συμπαγές, ανεξερεύνητο, αδιευκρίνιστο, φαντασμαγορικο υλικό την ακρη της σόλας, έπιανε πολυ χωρο καθετως. Μονό ενα ελάχιστο  άσπρο κομμάτι ευτελές έμενε να το χωριζει απο το εδαφος που όπως ειναι αναμενόμενο, σιγα σιγά τρίφτηκε και εχαθη, με αποτελσμα στη θέση αυτού του χαοτικού μαγικού υλικου να ειναι εκεινο που ζήτησα εξ αρχης στην πιο ακραια του μορφη: Αερας κοπανιστός! Εντάξει, είπαμε πως  ζητήσαμε να γινει ενα όνειρο πραγματικοτα αλλά αυτο παρατράβηξε. Ουτε σε εκείνη την ηλιθια ταινία το wishmaster να ήμουν πρωταγωνιστης, δεν θα επερχόταν τέτοια καταστροφή.

Για αυτόν τον λογο λοιπον αναγκαζόμουν όποτε επαιζα μπασκετ με ιδιατερη αποτυχία ως συνήθως, να ψάχνω αυτό το παραμυθενιο ψυχεδελικο υλικο. Συνήθως η  αγωνιώδης μου αναζήτηση ήταν επιτυχης, αφού ετσι με τα  δυνατα, χτυπητά, φαντασμαγορικα χρωματα του το εβρισκα αμέσως πριν  το περασει κανενας για κάποιο ραδιενεργό υλικο και καλέσει τον στρατο, μα όμως όπως ήταν αναμενόμενο,  κάποια μέρα εχαθη στην αιωνιότητα. Ποιο ξέρει;, Μπορει να κουραστηκε κι αυτό απο την μιζερια μου και την συνεχιζόμενη φλωροσυνη μου, και να γύρισε απο εκει που ήρθε. Στον πουθενά δηλαδή.

Τοτε φυσικά όπως καταλαβαινετε, υπήρχε ενα σοβαρό πρόβλημα. Το ποδι μπάταρε στο κενό του παπουτσιου και της ζωης μου γενικότερα, κι απο εκεί που ηταν να πεταω στις αιθέρες με καρφώματα αλα τζορνταν, θα κατέληγαν τα ποδια μου να παρουν κλιση καραγκούνη,  με την αταλαντοσυνη μου στο ποδόσφαιρο να ειναι τόσο παροιμιώδης και οι αναζητήσεις της μπάλας στο ποταμι του χωριού αλά σαρβαιβορμαν να ειναι τόσο συχνές, που μονο για κάνα ελεύθερο στο ραγκμπυ να είμαι χρησιμος οσων αφορά τα σπορ, και γενικότερα στην ζωη μου.

Τοτε τι εκανα για να μην έχω τέτοια τραγικη μοίρα, αφού το να αγοράσω νέα παπούτσια ήταν τόσο ανέφικτο, όσο κι εκείνος  που έσπαγε το ταμπλό στην διαφήμιση της στραικ να φορούσε οντως στραικ γιατι  ήτο φιλελλην όπως ο μπαιρον και κακώς δεν το μνημονεύουμε μέχρι σημερις;

Eβαζα  ΠΕΤΡΕΣ!

Ναι κυριες και κύριοι!

ΠΕΤΡΟΣΟΛΑ!

Μεχρι εκεί εφτασα επειδη ήθελα να κυνηγήσω τα ονειρα μου. Να βιώσω κατι το ελάχιστον από την μαγεια του A I R, και πάνε οι αλλοι και το βάζουν σε μπλούζες και σορτσακια, Σιγα μην το βαλετε και σε σώβρακα για να λετε στην καθε μια πως δεν χρειάζεται να φοράτε καπότα. Δεν μπορείτε κυριε να παίζετε με τετοιες αξίες! Με τέτοιες βασανισμένες  και ακόμα ζωντανές μνημες! Να χλευάζετε έτσι χυδαία και εμετικα τα ΟΝΕΙΡΑ ΜΑΣ! Δεν ξέρω αν ειναι μαϊμούδες ή όχι. όποιος φοράει τέτοια αθλιότητα, ο ίδιος  προσπαθεί συνειδητα να αποχωρήσει απο το ανθρωπινο είδοος. Οποτε βλεπουμε τέτοιους τύπους, φάπα, γδύσιμο,φωτογραφία σε μπλογκ που να θά φτιαξω σε λιγες μερες , και καψιμο των απαλλοτριωθεντων προς γνώσιν και συμμορφωσιν.

Τελειώσαμε.

Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Για το κορίτσι απ' το χωριό

Ποιος αλήθεια μπορεί να λησμονήσει εκείνο το κορίτσι;
 Ναι, εκείνο λέω, που μέσα στον θλιβερό παγωμένο έρημο χειμώνα της επαρχίας, με τη φλόγα της καρδιάς του κρατούσε ζωντανό έναν ολόκληρο κόσμο, που μόνο στα παραμύθια της γιαγιάς τον είχαμε φανταστεί. Tότε που σαν φτάναμε τον ιουλη εξουθενωμένοι απο την άσκοπη περιπλάνηση στους γκρίζους πνιγηρούς λαβύρινθους της πόλης, και όσες λέξεις κι αν γράψαμε στους τοίχους της καμία δεν μπόρεσε να δώσει ελπίδα κι ομορφιά, εκείνη απλόχερα και με αθωότητα βαθια ερωτική, μας έδινε πνοή  απο εκείνα τα κόκκινα χειλη της που έπνεε αέρας με δροσιά αναζωογωνητικη, καθάρια,  σάρωνοντας όλη την θλιβερή αποπνιχτική μυρωδια του καυσαερίου, και όταν χώθηκε στην αγκαλιά μας, τα δυο της μάτια έγιναν πήγες παρθένες που κελαριζε κρυστάλλινο νερο, απο όπου όποιος ήπιε δε το ξεχνά ποτέ, για να γίνει μετά ποτάμι που έρχεται απο τα ψηλά βουνά σαν λιώνουν οι πάγοι του χειμώνα, και γεμίζει ορμητικά με ζωή τις ξερες κοίτες με άρρωστα έλη τους.

Ωστόσο φίλοι μου μην παρασέρνεστε από αυτές τις μοναδικές  και καθόλου υπερβολικές εικόνες. Τίποτα στη ζωή δεν είναι τόσο παραμυθένιο, κι όπως ξέρουμε και σε αυτά, παντα υπάρχουν σκοτεινές πτυχές που αποκρύπτονται, όπως και μορφές τρομερές, που μας προκαλούσαν φοβο ακομα κι αν το καλο νικουσε παντα στο τέλος. Στην περίπτωση αυτή δυστυχώς δεν ήταν τίποτα τέρατα κρυμμένα στην ντουλάπα, αλλά σε όλο το σπίτι τριγυρνουσαν σαν φαντασματα που ηθελαν να στοιχειώσουν ζηλόφθονα όποια ζωή πήγαινε να ανθίσει εκει μεσα στα αστραφτερά ερείπια του σπιτιού, και να απομείνει μονάχα ερημιά και μούχλα που βγαίνει πολύ δύσκολα γιατί μαγκώνεται βαθιά μεσα στις ψυχές.

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ!

Ναι!Εκείνοι που σε κεινον τον λαμπερά αψεγάδιαστο κοσμο που μας χάριζε το κορίτσι απο το χωριό, έφερναν ένα μελαγχολικό συναισθημα, κατι απο την πνιγηρή συννεφιά του φθινοπώρου που θα ρχόταν, μα όμως αυτοί ήταν που καναν κι εκεινο το φως πιο δυνατο ετσι στριμωγμένο μεσα απο τα σύννεφα, κι όπως ο ήλιος έδυε στα τέλη του αυγουστου έπαιρνε τα πιο ομορφα χρώματα που χαραζοντουσαν μεσα σου βαθια, που καμία μελλοντική λιακάδα δεν μπορούσε να σου προσφέρει, και ήξερες απο εκείνη την στιγμη πως δε θα σβηστουν ποτε, και θα κυλουν μεσα στο αίμα σου , ακόμα κι αν εκείνη η φωτια τους σε έκαιγε για πάντα.

Κι εκεινο το σκοτάδι! Όχι. Δεν μιλάω για εκείνο της θλιβερής κάμαρας αλλά της εκκλησίας, που αν και την ημερα μας καταπίεζε και έπνιγε καθε ομορφιά μεσα στη μίζερη της ατμοσφαιρα με θλιβερούς καταναγκασμους και κλάματα, τη νυχτα στην σκοτεινή αυλή της, ο έρωτας δοξαζόταν απο την νεολαία φέρνοντας τον χριστο της αγαπης πιο κοντα απο ποτε. Εκει ήταν ο χώρος μας, με το σκοτάδι το ερωτικό, εκείνο που το πλαθαμε εμείς με τις χειρονομίες μας, ενα σκοτάδι ζεστό , δικό μας, γεματο χρώματα, κι ας λιγο πιο κει κατοικούσε ο τρόμος, οχι απο κάποιους γονεις, μα απο κάφρους που ειχαν παει για ματι ή αλητείες, κι έβλεπες του καύτρες των τσιγάρων τους σαν πυγολαμπίδες που θα σβήσουν γρήγορα σαν την εφηβική τους εξεγερση. 

Έτσι λοιπόν έπρεπε να γίνουν όλα γρήγορα,  αγαρμπα, μα τοσο αξέχαστα και ιδιαίτερα, που εκεινη η στιγμή που ενώθηκες μαζι της δεν μπορούσε να συγκριθεί με καμιά απο τις αθλιες χολιγουντιανες με τα κεριά τις σαμπανιες και τις λοιπες γραφικότητες, και διέλυσε με αυτον τον τοσο βιαστικό μα με τόσο ουσία και καβλα επαναστατικό τρόπο, τους αργόσυρτους αποπνιχτικους ρυθμούς της επαρχίας.

Και να το ξέρω. Εντάξει. Θα βρεθουν οι γνωστοί κυνικοί τύποι και θα πουν πως όλα αυτα ειναι της φαντασίας σου. Ποτε δε συνέβησαν ποτέ γιατί ειναι γνωστη η ιστορία με τη κοπελα απο το χωριό, και μονο τον έπαιζες χωρίς ουτε να έχεις να δεις τσόντα, μονάχα περίμενες μπας και σταθεροποιηθεί λιγο το σημα του φιλμνετ για να μαλακιστεις στα γρήγορα και μετα να τρέξεις παλι γρηγορα, για να μη μυρίζουν τα σεντόνια ή να κάνεις λεκε στο ξύλινο πατωμα, να την πλύνεις εξω στα φυλλα της λεμονιάς προσέχοντας μη σε δει ο πατέρας σου που μπορει να γύριζε απο έξω ως συνηθως αργά, και να ακούσεις το τρίξιμο της σκουριασμενης σιδερένιας πόρτας!

Ναι ναι παραδίνομαι. Ας παραδεχτούμε λοιπόν πως η ιστορία με το κορίτσι από το χωριό ήταν όντως ένα μαγευτικό παραμύθι.  Ποιος ενδιαφέρεται άραγε για την αλήθεια; Ήταν τόσο λεπτομερής άλλωστε η φαντασίωση αφού έπρεπε να την έχεις έτοιμη σε κάθε περίπτωση, που κατέληγε μια εμπειρία βιωματική! 

Δε γινόταν κι αλλιώς άλλωστε. Μόνο αν ήσουν σε κάνα τει η κανα ιεκ μακριά απο την περιοχή σου, θα μπορούσες να πουλήσεις ντόπιο παραμύθι χωρίς να χρειαστεί να προσφύγεις σε μέρη μακρινά. Αν με ρωτούσε όμως κάποιος φίλο φίλου ποσες γκόμενες είχες και πόσες έχεις πηδήξει και όλα τα λοιπα τι θα έλεγα; Πως έπαιζαν πολλές φάσεις στον κολωνό παλια; Θα τρανταζόταν η περιοχή απο τα σεισμικά γέλια και θα χανόταν για πάντα από τον πλανήτη  τέτοια ομορφιά απερίγραπτη.

Μου αρέσει μάλιστα πως ήμουν ιδιαιτέρα περηφανος για το σχεδιο που ειχα συλλαβει. Τι ιδιοφυές σκεφτόμουν! Ότι ιστορία θέλω μπορώ να πλάσω, με κάθε λεπτομέρειες, για να ξεφύγω απο την υποψία του κάθε καχύποπτου τύπου που ειχες κάνει σεξ, άρα στο μυαλό μου ήταν σε θεση ιδιαίτερα προνομιούχα άρα και ισχύος. Πριν κατι χρόνια ειδα πως αυτη η ιστορία ήταν ευρέως διαδομενη ως μούσι, και μπορώ πως εξεπλάγην, αλλα πάλι αυτές οι εποχές είχαν περάσει ανεπιστρεπτι για να σοκαριστώ. Παλι καλα που θυμήθηκα πως την είχα βγάλει με κατι ελαφρές ειρωνείες, που δεν ειχα καταλάβει ποτέ, γιατι μετα όταν βρηκα και στο οι κεκαρμενοι του κασδαγλη όταν διάβασα τι τραβουσε εναν φαντάρος όταν τον δούλευαν για το κορίτσι του απο το χωριό. Και όλα αυτα την δεκαετία του 50! Ωιμε! Αλλα και τι αν εκανες; Να έλεγες 20 χρονών μαντράχαλος πως δεν ειχες κάνει ποτε σεξ; Με τα πιο φριχτά βασανιστηρια δεν θα αποκάλυπτα αυτο το πιο φριχτό μυστικό απο όλα. Και μη πως θα προτιμούσα ακομα να διαβασω παρασκευή βράδυ απο το να το ξεστομίσω.

Και για μπουρδέλο φυσικά, ούτε να το συζητάμε. Εκείνες οι θλιβερές μπουρδελότσαρκες με τους φίλους μου (που μεγαλυτερη σχεση είχαν αναπτυξει μεταξυ τους εκεινοι που περιμεναν να πηδηξουν στο σαλονάκι παρα εγω με αυτούς), ήταν ένας απο τις χειρότερους μου εφιάλτες, μαζι με εκεινο το σιχαμενο παιχνιδι βασανιστηρίων θάρρος η αλήθεια που παιζαν στα πάρτυ. Όχι πως δε μου άρεσε η πλάκα και ήμουν ξενερωτος ή ειχα κάποιες πρώιμες αντισεξιστικές ανησυχίες, αλλά υπήρχε ένα βρώμικο οργιαστικό κλίμα εκεί μέσα, ένας χυδαίος χαβαλεδιαρικος άναρχος αυθορμητισμός, που με έκανε να τρομάζω περα απο το ζήτημα της σεξουαλικής επαφής που με τρόμαζε από μόνο του, αφού θυμόμουν πάντα με καθε λεπτομέρεια τον εξευτελισμο ενός από την παρέα που μπροστα στα έκπληκτα ματια όλων μας του είπε η κοπέλα του πως δεν του σηκώνεται! Έτσι δεν μπόρεσα να βυθιστώ σε όλο αυτο το σκηνικό για να γίνω ένα κομμάτι του, και απόμεινα να τρώω τα απόνερα της καθε μπουρδελότσαρκας με τα τρανταχτα γελια των πελατων, τα άπληστα χουφτώματα, τις κραυγες της πουτάνας “αφου δε ξερεις να γαμας”, τα ρατσιστικά αστεία για τους πακιστανους που εκδιώχνονταν θρασύτατα και δημιουργουσαν έναν ιδιαίτερο περηφανο πατριωτικό δεσμό ανάμεσα σε εμας τους έλληνες πορνοπελάτες, κι αφου δεν αποδέχτηκα και το παστίτσιο που με πρόσφερε απλόχερα ο νταβατζής, μετα απο κάποιες βολτες ουδέποτε ξαναπάτησα και το μόνο βασανιστήριο που αποδεχόμουν ακόμα σιωπηλά ήταν του στριπτιτζάδικου.

Στο χωρίο από την άλλη πάλι καλά, τέτοιες ανησυχίες δεν υπήρχαν. Χαοτική η Αθήνα με τα πολυάριθμα πολυπλόκαμα στενά της, κι έτσι οι ιστορίες μπορούσαν να διαπλέκονται άναρχα χωρίς να παιρνει χαμπάρι κανείς το θλιβερό στίγμα που κουβαλούσες.

Για να πω την αλήθεια ωστόσο, ούτε αυτό χρειάστηκε , γιατί κανείς στην παρέα εκείνη δεν είχε τέτοιου είδους διαβολική περιέργεια που προσπαθούσε σαν τον ανακριτή να μπερδέψεις τα λογια σου για να σε κλείσει στα καγκελα του φρικαλεου του χαμόγελου. Κι ο λόγος ρωτάτε; Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία της παρέας ποτέ δεν είχε παρασυρθεί από τις αμαρτωλές σαρκικές ηδονές!

Ω ναι! Είμασταν ένα μάτσο εικοσάρηδες που δεν ειχαν κανει σχεση ποτέ κι έτσι κανεναν καμιά έννοια δεν τον απασχολούσε ιδιαίτερα ή κάποια ομορφιά δεν τον αποπροσανατόλιζε μακριά απο το κλειστό συμπαν της παρέας. Όλα γυρνούσαν γύρω απο την μπάλα, τον χαβαλε, την μουσική, και η όποια συζήτηση για κόπελες ήταν ανάλαφρη αφού ξέραμε πάνω κάτω το μάταιο όλο του πράγματος. Ολα ήταν επιδερμικά χωρίς προδοσίες και δραματα απο αυτα που βλέπαμε τότε στα σιριαλ τα μεσημεριατικα του μεγκα, με κάποια παιδική βλακώδη αθωότητα κι αφέλεια, όπως και βυθισμενα στο μαρτυρική, μαστουρωτικη, μυστηριακή καβλα της αγαμίας. Και γι αυτόν τον λογο επίσης κάθε χρόνο το ραντεβού ήταν εκεί και δεν έλειπε κανείς, χωρίς να έχουμε δηλαδή προδότες λιποτάχτες που θα κρυβόντουσαν σε κάποιο νησί για να μας λένε χυδαία τι όμορφα πέρασε, ενώ εμείς δίναμε καθημερινές μάχες με βλέμματα και όνειρα που διαλυόντουσαν σαν έκλεινε η πόρτα της καφετέριας ή του μπαρ αφήνοντας μόνο ερείπια.

Το ξέρω θα πείτε θλιβερές καταστάσεις και σιγα τώρα που αν είχατε καμιά κοπελα θα καταστρεφόταν ο κόσμος, αλλά αλήθεια, γιατί να ξαναγυρνάμε εκει με τέτοια ρίσκα. Άλλωστε όλα τα προλάβαμε να τα κάνουμε. Άλλος βρήκε δουλειά, άλλος παντρεύτηκε, αλλος παιδιά, άλλος ολο με γκόμενες γυρνά, υποχρεώσεις, ταξίδια, και τα λοιπά που μας έκαναν να χαθούμε.

Τέτοια παρέα όμως, ουδέποτε ξαναβρέθηκε.