Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

Ο λύκος raver και τα 7 κατσικακια


Πςςς!!!!! Αυτά είναι θεατρικα. Μόνο στη Λάρισα τέτοια πρωτοπορία. Πουθενά αλλού. Τυχαίο το μπλουζάκι του λυκου;Δε νομίζω! Ακούστε μαγκες υπόθεση που θα έκανε και τους αδερφούς γκριμ να ανατριχιάσουν!
 Ήταν ο λυκος που λέτε στο δάσος. Έψαχνε από δω κι από εκει να φάει τίποτα, τζίφος. Αφού πήγαινε όλο και πιο βαθιά, ακούει κάτι μουσικές, βλέπει κάτι φώτα. Κάτσε σκέφτεται να πάμε εκεί μπας και παίζει καμία παρέα που παίζει να μ'αγαπάς, να χορτασω κι εγώ να ηρεμήσει και η φύση. Πάει πιο κοντά και τι να δει; ρειβ πάρτυ! Πρώτη φορά το είδε ο λυκος και φοβήθηκε. Ήτανε και πολλοί χορεύανε ουρλιαζανε εκστασιασμενοι μουσικές εκκωφαντικες. Άσε λέει δεν μας παίρνει. Κάτσε να φάμε τίποτα αποφάγια. Ψάχνει από δω από εκει τίποτα. Κάτι ισοτονικα, κάτι βιγκαν, αηδίες. Με τά πολλά βρίσκει μια σακουλα με κάτι στρογγυλά δισκία μέσα. Σκυλοτροφη σκέφτεται δε γαμιεται. Καλή είναι. Από την άλλη φορά που έχεζα για μια εβδομάδα χαλίκια. Καλύτερα.

Τρώει μια μεγάλη χαψια και από τη χημεία αηδιάζει. Όσα προλαβαίνει τα φτύνει. Τι αηδίες τρώνε αυτοί οι άνθρωποι. Το κέρατο τους. Πάω τώρα να τα ξεπατωσω τα κατσικακια να φτιάξω και τη γεύση μου. Δε πα  να τα φυλάει η γριετζω χεστηκα. Τα έχω πάρει. Κάτσε να τους πάρω κι αυτην την μπλούζα για να μάθουν τα καθίκια.

Που λέτε παίρνει τον δρόμο για το χωριό αλλά όσο πλησιάζει αρχίζει να του τα σκάνε τα ε και να αλλάζει διάθεση. Κάτσε σκέφτεται. Γιατί να τρωγωμαστε έτσι μια ζωή. Συνέχεια στα αίματα στη φασαρία στο κυνηγητο; Γιατί να μην είμαστε μονιασμενοι αγαπημένοι για πάντα.

Έτσι σκάει η μύτη στα κατσικακια που είχαν κάνει τη μαλάκια ν' αφήσουν το παραθυρο ανοιχτο γιατί ήξεραν  πως ο λυκος είχε πάει διακοπές και το αιρκοντισιον πάλι είχε χαλάει με αποτέλεσμα τα αλλα ζώα να μην έρχονται ούτε για μπυρες και η γιαγιά δροσιζοταν στο καπη. Με το που είδαν τον λυκο σπίτι τη γαμησαμε σκέφτηκαν. Τελειώσαμε. Κάτσε να του παίξουμε τίποτα μπας και ηρεμήσει. Άρχισαν να παίζουν εκεί με κάτι καραμουζες κάτι παραδοσιακά κατι ηπειρωτικά μπας και τα λυπηθεί.
Ο λύκος είχε αρχίσει να βαριέται. Αν και ήταν σε φάση λοβ  Εντ πις μετά από ένα σημείο τα πήρε χοντρά και σηκωθηκε πανω. Τι μαλακιες ειναι αυτες που παιζετε γαμω το κερατο σας ούρλιαξε! Πάμε σκέφτηκαν τα κατσικακια. Την πουτσισαμε.  Τώρα θα μας κάνει φρικασε.  Αυτός όμως συνέχισε να φωνάζει. Κόψτε αυτε τις.μπούρδες. Πάμε τώρα να σας δείξω με τι μουσικές θα φτιαχνομαστε από δω και μπρος.

Τι να κάνουν και τα κατσικακια. Είπανε εντάξει. Από να τα φάει. Πάνε να δούνε τι παιζει. Παίρνουν δρόμο λοιπόν και φτάνουν στο ρειβ πάρτυ. Χορεύετε ρε μαλακισμενα τους λέει. Πάμε όλοι μαζί.
Προσπαθούν κι αυτά τρομοκρατημενα τίποτα. Απο δω κι απο εκει χοροπηδαγανε σαν κατσικια. Τα ειδε ο λυκος και λεει δεν φταινε αυτα. Κατσε να φτιαχτουν. Πανε στην σακουλα και τους λεει παρτε κι εσεις να την βρουμε  παρεα. Τα καημενα τα κατσικακια εκαναν οτι τους ελεγε. Στην αρχη καπως του ηρθε αηδια αλλα οσο περνουσε η ωρα αρχισαν να φτιαχονται. Εβλεπαν τον  λυκο με.αλλη ματια. Κι εμεις πηγαμε να τον.πνιξουμε σκεφτηκαν τον καημενο. Κοιτα. Αυτος μας εφτιαξε εδω και περναμε την καλυτερη φαση εβερ. Οχι τωρα σαν το σπιτι με την κωλογρια που μας έχει όλο κλεισμένα στο.μαντρί.

Τελοσπαντων να μη σας κουράζω, βουτάνε τη σακούλα κατι σιντι, ενα ξεμπαρκο ραδιοκασετοφωνο και πάνε όλοι μαζί χορευοντας σκάνε μύτη στο δάσος να τους που τα νέα τα σωτήρια. Με το που τους βλέπουν οι άλλοι παραξενευονται. Τι παίζει εδώ σκέφτονται. Αυτοί τρωγωντουσαν όλη μέρα με τη γριετζω . Της πουτανας γινόταν.

Με τα πολλά τους το σκανε το μυστικό το μαγικό. Αυτά λίγο δίστασαν στην αρχή αλλά μετά είπαν ντάξει. Για να έχει τόσο θαυματουργά αποτελέσματα κάτι θα λέει. Κουμπωθηκαν κι αυτά κι από τότε όλα άλλαξαν στο δάσος. Ούτε φαγωμαρες ούτε φονικα ούτε κυνηγητά τίποτα. Όλοι μερα χοροί μουσικές αγκαλιές και κάνας πηδος μετά άμα κάτσει. Κλεισανε και τη γιαγια σε ενα γηροκομειο και ξεμπερδεψανε κι απο εκει.Ο παραδεισος επί της γης.

Όπως καταλαβαίνετε βέβαια τίποτα δεν κρατάει τόσο ιδανικά για πάντα. Για να φτιάχνονται έκαναν συνέχει καταδρομικες στα ρειβ πάρτυ για να κλέβουν τα ε. Τα πήραν χαμπάρι οι άνθρωποι κι άρχισαν τις περιφρουρήσεις και τα δικά τους ντου. Από εκεί που ήταν ειρηνική η κατάσταση άρχισαν οι φοβοι μάχες και οι παρανοιες. Άλλοι που δε γουστάραν τέτοια φαση καθολου την ειδαν χιππικα άρχισαν να ψάχνουν μανιτάρια μαγικά στο δάσος. Άλλα βρήκαν καλά και ήταν όλοι μερα ταξίδευαν, αλλά βρήκαν κάτι δηλητηριασμένα και πεθαναν, τσακωμοί για το ποιος θα προλάβει τα καλά, άρχισε το κλίμα να χαλάει κι εκεί. Είχαν αρχίσει κιόλας να μαζεύονται πολλοί αφού είχε σπάσει ο κυκλος της φύσης που κρατουσε τα πράγματα σε μια ισορροπία. Χαμός με μια λέξη.

Τελοπαντων. Μη σας κουράζω άλλο. Δε θέλω κιόλας να σας πω και το τέλος. Μιλάμε για ένα έργο από ότι κατάλαβατε με πολύ βάθος και σύγχρονους προβληματισμούς πάνω στην ουτοπια, στην Οικολογία, στην χρήση ουσιών.Πολλοί οι συμβολισμοί και τα επίπεδα. Όποιος μπορέσει θα απολαύσει μια μοναδική εμπειρία. Το μόνο σίγουρο.

Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Περί αυγουστιατικης αθηνας

Θεωρώ την αυγουστιατικη Αθήνα υπερεκτιμημένη. Απλά είναι ένα περιεργο σκηνικό, ανοικειο, με μια ατμόσφαιρα μυστηριακή που του δίνει μια γοητεία. Μόνο στον κινηματογράφο μπορεί να λειτουργήσει, διότι απλά είναι ένα σκηνικό. Η δράση είναι αλλού, στους πρωταγωνιστές, και οι άδειοι δρόμοι δίνουν στα λόγια των ηρώων μια ξεχωριστή δύναμη, μια ηχώ που φτάνει μέσα σου βαθιά. Πχ και στα φτηνά τσιγάρα που ουσιαστικά είναι μια ταινια οπού ένας τύπος λέει μαλακίες, η αυγουστιατικη Αθήνα δίνει τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά που την κάνουν ξεχωριστή.

Αντιθέτως όμως, η πραγματική ζωή λειτουργεί αλλιως. Δεν υπάρχει δραση, δεν υπάρχει η σιγουριά του σεναριου, δεν υπάρχει χρόνος προκαθορισμένος, δεν υπαρχει τίποτα. Εσύ είσαι ο πρωταγωνιστης με  τις ηλίθιες σκέψεις σου, την βαρεμάρα σου, τα κολλήματα σου, και την ανάγκη σου να βρεις κάτι ξεχωριστό. Με αυτόν τον  τρόπο όταν θα μαγευτείς από αυτόν τον μυθο κι εσύ και θα θες να κάνεις τη ζωή σου κινηματογραφική, το μόνο που θα γίνει είναι να πέσει το σκηνικο με πάταγο, και να δεις την αδιαφορη ερημιά και την ανία , σαν εκείνη που κυριαρχει στη σκέψη και τη ζωή σου.

 Η Αθήνα είναι πόλη του φθινοπώρου. Εκεί παίρνει τα χρώματα που τις ταιριάζουν, το γκρίζο του ουρανου που δένει ιδανικά με τις πολυκατοικίες , η μυρωδια της βροχής, η ενέργεια των γεμάτων δρόμων, η δροσιά που σε κάνει να θες να συνεχισεις. Δεν της πάνε ούτε οι γαλάζιοι ουρανοί, ούτε  το φως του ήλιου, ούτε οι ζεστες.

Η Αθήνα για να λειτουργησει πρεπει να είναι ο πρωταγωνιστής κι εσύ σε ρόλο δεύτερο να παρασυρθείς μέσα στη δύναμη, την ενέργεια, στην ζωη που ρέει μέσα της.  Ξεκινά μονος ένα πρωινό του οκτωμβρη με ψιλόβροχο σε εργάσιμη μέρα, πάρε κι ένα αλκοολι για να σου δίνει την ώθηση για εξερεύνηση και να γλιστρήσει η σκέψη σου μαζί με τους βρεγμενους δρόμους, και πήγαινε Πατήσια, ταύρο, Καλλιθέα, Βύρωνα. Μόνο έτσι θα ανακαλύψεις την πραγματική γοητεια της.

Όλα τα άλλα τα 15αυγουστα  είναι για χιπστεροφυλλαδες και για την τέχνη. Μην τα μπλέκεις με την αληθινή ζωή.

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Δε λαστ Κοτ ατ δε κομποτ

Ω ναι. Ήταν αλήθεια τελικά εκείνη η φήμη που αν και ήταν τόσο ρεαλιστική και κυνική, δεν ήθελα να την πιστέψω. Η κότα που είχε μείνει μόνη και μελαγχολική στην προηγούμενη μου επίσκεψη στο χωριο, εχάθη. Ο οποιοσδήποτε θα το καταλάβαινε από την πρώτη ματιά. Η πόχα που προφυλάσσε τις κότες από το να χαθούν , να πατήθουν από κάποιο αυτοκίνητο ή να φαγωθούν από καποια αλεπού ( αν και εγώ προσωπικά ουδέποτε υπήρξα μάρτυς έστω και αυτηκωος τέτοιου περιστατικού άρα θα χαρακτήριζα υπερβολικό τον εν λόγω κίνδυνο τουλάχιστον για το χωριό μου), ήταν εξαφανισμένη, και τα χόρτα φύτρωναν άγρια, εκεί που στο παρελθόν ισοπεδώνοντουσαν  άμεσα από την αδηφάγα  όρεξη των παμφαγων πουλερικών.

Θα ρωτουσα τη γιαγιά για την τύχη της , μήπως δηλαδή εχάθη ηρωικως με κάποιον από τους προαναφερθέντες θανάτους κι όχι από το σκληρό και ροζιασμενο από τις κακουχίες τόσων χρονων χέρι της, αλλά μάλλον θα ήταν ανώφελη η οποία συζήτηση. Η τύχη της εν λόγω κότας ήταν προδιαγεγραμμένη. Καθόλου τυχαίο δεν ήταν που είχε μεινει ολομόναχη. Θυμάμαι πως οταν είχα παει παλαιοτερα στο χωριό είχαν μείνει δύο κότες, και όταν ρώτησα γιατί έμεινε μόνο μία βαθύτατα επηρεασμένος από το μελαγχολικο κλίμα σε σχέση με εκείνο των παιδικών μου χρόνων όπου πάμπολλες κότες και με κόκκορα μάλιστα κακαριζαν ευτυχισμένες σαν τους πεταγες τα ψίχουλα σου πάνω από την σκουριασμένη ποχα διαλέγοντας πάντα και οποία δεν έφαγε γιατί είχες ένα αίσθημα δικαιοσύνης από μικρός , μου απάντησε πως η δεύτερη κότα σφαγιάστηκε διότι για πέντε μέρες δεν έκανε αυγά. Εγώ αμέσως αναρωτηθηκα γιατί άραγε να βιαστεί τόσο; Μπορεί να είχε κάποιο προβλημα ιατρικό, κάποιο στρες. Κάτι που μπορούσε με τον χρόνο να γιατρευτεί  και η κότα να συνεχίσει να κάνει ωραιότατα  φρέσκα αυγά όπως πριν. Τοσο τρομακτικό ήταν το διάστημα το 5 αντιπαραγωγικων ημερών που είχε βγει το ανεπανόρθωτο συμπέρασμα πως η συγκεκριμένη κότα ήταν πλέον άχρηστη, τουλάχιστον για τη λογική της γιαγιάς;

Το να πεις φυσικά πως εφόσων η κότα ήταν υγιέστατη δεν υπήρχε λόγος για να σφαγιασεί θα ήταν χαζο, πόσο μάλλον να πεις πως θα μπορούσε να μεινει για να κάνει παρεα στην άλλη κότα. Όλα αυτά θα ήταν γελοιοτητες. Φτηνοί συναισθηματισμοι ανθρώπων ανιδεων, τρελων. Η λογική της γιαγιάς είναι ψυχρη, κυνική, εκμεταλλευτική. Δε χωράει πρωτευσουσιανικες ευαισθησίες και συναισθηματισμους. Εφόσων η κότα δεν έκανε αυγά τελείωσε. Έπρεπε να πεθάνει. Δεν χωρά καμία αμφιβολία. Οτιδηποτε άλλο είναι παρανοϊκό, αναξιό οποιουδήποτε σχολιασμού.

Είμαι σίγουρος πως και η τελευταία κότα είχε την ανάλογη τύχη. Κάποια δικαιολογία σκληρή κι ορθολογική βρήκε η γιαγιά για να την αποκεφαλίσει. Δεν Ήθελα να πιάσω πάλι την ίδια ανούσια κουβέντα. Απλά τη θυμάμαι μόνο ερημη και μονη στα χορτάρια που είχαν αρχίσει να αγριευουν.Αραγε να είχε καταλάβει την τύχη της; Η έλλειψη των άλλων κοτων την είχε επηρεάσει κατά κάποιον τρόπο. Μήπως αυτός ήταν ο λόγος που δεν έκανε κι αυτή αυγά; Κάποιοι ψυχολογικοί παράγοντες; Κάπως μου είχε φανεί σε κάποια στιγμή  και το βλεμμα της μελαγχολικό. Να ήταν η ιδέα μου; Το φως που έπεφτε στο δειλινό και τους έδινε κάποιο χρώμα περίεργο; Μα μαλακας είσαι, τι λες; Οι κότες μαζεύονται από νωρίς στο κοτέτσι. Δεν κοιτούν εκστατικά το δειλινό σαν εσένα ζωντοβολο. Ουτε έχουν συναισθήματα. Οι κότες έχουν συγκεκριμένο λόγο να ζουν κι εφόσον αυτός εχάθη, έπρεπε να χαθούν κι αυτές. Το να ξοδεύεται η γιαγιά για να τους αγοράζει καλαμπόκι έστω κι αυτό το λιγοστό και να μπαίνει στον κόπο γενικότερα υπό αυτές τις συνθήκες είναι κάτι το φαιδρο, το ανήκουστο.

Αυτή λοιπόν ήταν η τύχη της τελευταίας κότας. Βέβαια κι άλλες πολλές ανά τα ετη είχαν την ανάλογη τύχη αλλά δε θα υπάρξει νέα γενιά όπως παλια. Η γιαγιά γέρασε πολύ. Δε μπορεί. Κανείς δε θα μεινει εδώ σαν χαθεί, άρα θα σβηστεί και κάθε ζωή. Ήδη η φύση το έχει καταλαβει. Τεράστια παράσιτα έχουν αρχίσει να φυτρώνουν παντού και  περικυκλώνουν το σπιτι. Ενα αίσθημα εγκαταλειψης, παρακμής, είναι εκκωφαντικά παρών. Τα σύννεφα έχουν αρχίσει να μαζεύονται στον ορίζοντα. Επιασε ψυχρα.Προ ολίγου είδα να σέρνεται ένα φίδι μέσα στα χορτάρια. Η γιαγιά ούτε βγαίνει και από το σπίτι. Τριγυρνα μονάχα σαν φάντασμα από εδώ κι από εκεί στην αυλή. Η τελευταία κότα σαν χάθηκε, μοιάζει λες και πήρε μαζί της τη ψυχη αυτού του σπιτιού.

Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Η ριτα, ο κον μπετιτ και ο μαης του 68

Mιας και εχουμε ακόμα τους εορτασμούς για τα 50 χρονια από τον μαη του 68, να αναφερθούμε σε αυτό το τραγούδι, το οποίο αφορα για εκεινη την περίοδο. Ω ναι μην σας φαινεται παραξενο. Αυτό το τραγούδι αναφέρεται στον κον μπετιτ! Τυχαιο αλλωστε που το αλμπουμ βγηκε το 89 και το τραγουδι λεγεται 20 μάηδες; Aκουστε τι εγινε!

Ειχε παει η ριτα εκει στον ανδρεα να τραγουδησει τα ωραια της τα ζειμπεκικα και τα τσιφτετέλια για τη μιμη. Την ιδια μερα είχαν ερθει και σοσιαλιστές συντροφοι απο την Ευρώπη για να μιλήσουν για την επικαιροτητα, το σοσιαλιστικο κινημα, τις προπτικες του κλπ.

Εκει λοιπόν πάνω στη συζήτηση, ενας γαλλος σύντροφος ανάφερε κατι εξαιρετικα ανησυχητικο. Ενώ κάθε μαη μετα το 68 οι επαναστατες της αριστερας συναντιόντουσαν κάθε χρονο για να θυμηθουν, όπως και να οργανωθουν για κρατησουν ζωντανη την μνημη του 68 μεσα από το κίνημα, εκεινη την χρονια ο κον μπετιτ δεν ηρθε. Πραγματικο σοκ! Και δεν ήταν καθολου τυχαιο! Τους ειπε ορθα κοφτα πως δε θελει να εχει αμεση σχεση με εκεινη την εξεγερτικη κληρονομιά και πως ηρθε η ωρα για ρεαλισμό. Βεβαια ολοι τον ειχαν υποψιαστεί με τα κολλητιλικια του με κατι δεξιούς στην πολωνια κλπ αλλα δεν περίμεναν τέτοια βιαιη αλλαγη!

Ολοι αμέσως σαν ακουσαν την ιστορια μελαγχολησαν ιδιαίτερα. Και η ριτα που ειχε παει για να αναψει το κεφι ειδε την αλλαγη του κλίματος και ρωτησε να δει γιατι τετοια μουτρα. Ο ανδρεας της τα είπε, κι αυτή αν δεν ηξερε από αυτά , καταλαβε πως ηταν σημαντικο. Πηγε την επομενη μερα στον χαψιαδη, γνωστος αριστερος, του ειπε την ιστορια, κι αυτος ετσι εκατσε κι εγραψε το τραγούδι, για το παιδι που λειπει από την παρεα, και τους 20 μαηδες που καίνε, σαν πεθανε όχι κυριολεκτικα αλλά μεταφορικα, αφου προδωσε την επανάσταση και τα όνειρα του.

Φοβερη ιστορια μαγκες! Και αληθινη. Μου την έχει πει πασοκος παλαιος, μεσα στα πραγματα. Οποιος θελει να τη διαδωσει να μάθουν κι αλλοι.

Σάββατο 21 Απριλίου 2018

Βιντεοκασετικα διαμαντάκια νο3 : Ο πεταλουδας πάει στον παραδεισο


Βιντεοκασέτα φιλμ νουάρ, με τον Κιμουλη ως ατζαμή ονειροπαρμενο αγαρμπο γουαναμπι φιλιπ μαρλοου, να σκίζει τη γκριζα μελαγχολική 80ς αθήνα με την κατακοκκινη καμπριολε μανσταγκ του, ψάχνοντας για συνταρακτικες υποθέσεις και περιπέτειες. Στην αρχή ξεκινά κάπως σαν σάτιρα, μα όσο βαθαίνει η πλοκή γίνεται όλο και πιο δραματική η υπόθεση, αφου κατανοεί πως ουδεποτε δεν πρεπει να μπλέκεις τις φαντασιώσεις με την πραγματικότητα. Στο πλευρο του η πάντα πιστή πιτσιρικά ρίκα βαγιανη, και ως μοιραια γυναίκα η ιδανική για τον ρόλο Νόρα Βαλσάμη.Η ίδια δεν ήθελε να ασχοληθεί με βιντεοκασέτες, αλλα το έκανε ως χάρη για τον ερρικο ανδρέου, τον σκηνοθέτη και άντρα της, και είναι εξαιρετική. Στο σενάριο ο έμπειρος βασιλης μανουσάκης΄, κι αυτο φαίνεται από τη ροη του εργου και τους διάλογους που κυλανε όσο χιουμοριστικά, σοβαροφανη, ανατρεπτικα και γρηγορα πρέπει. Μόνο στο δευτερο μερος (γιατι μιλαμε για.. 3ωρο εργο σε 2 μέρη) κάπου χωλαίνει με την υπόθεση να έχει εξαντληθεί και επι το πλείστον όλα να αναλώνονται σε θεατρικα νουαρ σκετσακια, αλλά πάλι κάτι ενδιαφέρον και χαβαλεδιαρικο βρίσκεις να σε πάει στο συγκινητικό τέλος.

Δυο είναι τα συμπεράσματα που βγαίνουν, κατ εμε, από την εν λογω βιντεοκασέτα:

Πρωτον, πως η ταλενταρα του κιμουλη κάνει ότι συμμετέχει να ανεβαίνει δυο σκαλες πιο ψηλά

Και δεύτερον, Ολο εκείνο το σχεδόν diy της εποχής μπορει να έβγαλε αρκετή σαβούρα, αλλα όλη αυτη η διεργασία έβγαλε και τέτοιες ενδιαφέρουσες ταινίες Μετα όλα τα κατέστρεψαν - τα φράγκα και οι μαλακίες της μαλεα. Με εκείνα τα πενιχρά μέσα και τις χαμηλές προσδοκίες, το ταλέντο κάποιων ανθρώπων άφησε έργο, κι ας το αγνοούν οι προαναφερόμενοι.. ημιμαθείς.

Ας τους συγχωρήσουμε για την αγνοια τους. Δε φταινε αυτοι.

Απλα ετσι μεγάλωσαν.


Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Βιντεοκασετικα διαμαντάκια νο2 : Ναρκωτικά στα θρανια

Συνεχιζω τον ακαματο αγωνα μου για να μην νομιζουμε λανθασμενα πως ολη η δεκαετία του 80 ήταν απλα so bad its good καμενοχαβαλεδοφάση, γι αυτο καιρός να αναφερθώ σε αυτην την ταινία, την οποία θεωρω ένα απο τα χαμενα διαμάντάκια που θάφτηκε κάτω απο τους τόνους σαβουρας της εποχής. Φυσικα το θέμα των ναρκωτικών εξαντλήθηκε στα 80s με διαφορα ειτε κινηματογραφικά είτε βιντεοκασετικά σοβαροφανη συγκλονιστικά δραματα- sos για το μέλλον της νεολαιας, αλλα έχω βγάλει το συμπερασμα πως απο όσες έχω δει ή καλυτερα δεν καταφερα να δω, η συγκεκριμενη ειναι η καλύτερη.

Αυτο που την κάνει ειδικά να ξεχωρίζει είναι πως αποφεύγει τους μελοδραματισμους, τα αθλια σλοου μόσιον και τις συριγγες που όποτε βαρας φλέβα έχουν ενσωματωμενη κλασική μουσική. Η πλοκή κυλάει σωστά με μια παρέα που ειναι μπλεγμενη στα ναρκωτικά αλλα κάνει τον χαβαλε της και ολο ειναι αποδεκτό μεσα στην καθημερινότητα της. Ενω οι γνωστοί διδακτισμοι δεν λειπουν, λειτουργουν μέσα στην πλοκή και δεν προσπαθει να τα στουμπώσει ο σκηνοθέτης με το ζόρι στα κεφάλια των θεατών, αν εξαιρεσει κανεις το κάπως τραβηγμενο τέλος.
Επισης έχει ενα ειδικά χαρακτηριστικό που ειναι αξιοσημειωτο για βιντεοκασέτα:

ΔΕ ΒΑΡΙΕΣΑΙ!

Υπάρχουν πολλες ιστορίες που λειτουργουν παραλληλα κι έτσι δε βολοδέρνει συνεχεια γυρω απο το κακοπαιγμενο δραμα του πρωταγωνιστή. Oλά τρέχουν γρηγορα, οι χαρακτηρες ειναι καλογραμμενοι, το σενάριο είναι αξιοπρεπές, αν και αυτοι που κρατανε περισσοτερο το έργο ειναι οι ηθοποιοί. Ο Βανδώρος απο τις ελαχιστες εμφανισεις του σε βιντεο στον ρολο του μικροπρεζεμπορου- νταβατζη είναι δυνατός, ο τζονι θεοδωρίδης ως συνηθως κάνει την δουλεια του αξιοπρεπώς, οι δευτεροι ρόλοι πειστικοί στην δουλεια τους, ομως εκεινοι που κλεβουν την παρασταση ειναι η συμπρωταγωνιστρια και ο “κακός” της υποθέσης. Απο την μία έχουν την ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ Γιουλη ζηκου που παιζει εξαιρετικά και ακομα και σημερα καθόλου τυχαία ειναι ενεργη στο θέατρο, και απο την αλλη την αποκάλυψη ειναι ο Μπάμπης Σαρηγιαννίδης . Δεν τον είχα ακουστα τον ανθρωπο αλλά σπανια έχω δει καποιον να παιζει τον κακό με τοσο χαλαρό και συμπαθητικο τρόπο. Μπορει να πουλά πρεζα, να κανει τον νταβατζη, να μαχαιρωνει κοσμο, αλλα τα κανει με εναν τοσο φυσικό και πολυπλοκο τρόπο, με ένα πατρικό και νηφάλιο στυλ,  που στο τέλος σε συγκινεί κιόλας.

Οποιος γουστάρει ταινιες της περιόδου, ας την τσεκάρει. Εχει ενδιαφερον που παει πιο περα απο το καλτ του πραγματος και ειναι μια αρκετα ποιοτικη προσπάθεια για την εποχή και τη φτηνη παραγωγη της.

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Το στερεότυπο του ποιητή στην ελληνική τηλεόραση


Όπως εχω αναφερει εδω http://lubenretrolletarios.blogspot.gr/2017/07/n.html?m=1 , στο σχολείο σιχαινόμουν την ποίηση. Τα διαμελισμένα σωματα τους που επρεπε να εξετάσω κάτω απο τα ασπρουλιαρικα αρρωστα φώτα των αιθουσών μου προκαλούσαν τρόμο. Μόνο στο τέλος της χρονιά καθε αρχη καλοκαιριου περναμε την εκδίκηση μας καιγοντας τους σαν τερατωδεις καρναβαλους μεχρι να αναγεννηθουν απο τις σταχτες τους στη θλιψη του σεπτέβρη, όπως και επειδη δεν μπορουσαμε να κριτικάρουμε τις στιβαρες "εθνικες" συνθλιπτικες τους μορφες, χλευαζαμε την ιδιότητα τους σε καθε κωμικη σειρά με διαφορα τραγελαφικά ανδρεικελα που ειχαν το θρασος να ψελίσουν πως την κατέχουν κι εκείνοι, οι ψωραλέοι. Γι αυτο λοιπόν, μερα που ειναι, ας κάνω εν τάχει αναλυση για τα χαρακτηριστικα εκεινων των μορφών, για να μην πολυκουρασω με την πολυλογία μου για αλλη μια φορα.

Πάντα ο ποιητής στα σήριαλ που θυμάμαι ήταν μία προσωπικότητα φαιδρή. Ημίτρελος νεαρός που παραληρεί και βλέμμα χαμένο. Βαρετός καθηγητής της μέσης εκπαίδευσης με γκρίζο κοστούμι και κρύα αστεία. Παρθένα γεροντοκόρη που κοκκινίζει και συνεχώς κοιτά κάτω και παρατηρεί τους άλλους όταν λένε κάτι αισχρό. Ουδέποτε οι στίχοι του βγάζουν νόημα. Δεν έχει κάποιο έξυπνο εύρημα ή κάποια όμορφη εικόνα να εντυπωσιάζει. Συνήθως είναι παραληρήματα ή αφηρημένοι στίχοι που τελειώνουν απότομα, με αποτέλεσμα να πέφτει θύμα χλευασμού με διάφορες "χιουμοριστικές" ατάκες "λαϊκών τύπων" που κάνουν χαβαλέ. Μα όμως ο ποιητής ποτέ δεν εκνευρίζεται. Δεν νιώθει οργή επειδή τον κοροϊδεύουν, ποτέ δεν τα παίρνει στο κρανίο να σηκωθεί και να τους βρίσει ή να φύγει. Πάντα κλαίγεται σαν κάποιο 5χρονο που δεν του δίνουν σημασία οι μεγάλοι. Κι αυτό φυσικά γιατί ο ποιητής είναι ένας άνθρωπος χωρίς πάθη. ΄Όταν οι άλλοι διασκεδάζουν τρώγοντας, πίνοντας και γελώντας, αυτός δε συμμετέχει ποτέ.Πάντα στέκει απόμερα μέσα στον σκοτεινό και μουχλιασμένο του κόσμο, ένα αντικείμενο λύπησης που θα το πλησιάσει πάντα κάποιος με "ανθρωπιστικά αισθήματα". Εκεί συνήθως γίνεται και αντικείμενο ερωτικού ενδιαφέροντος γιατί μάγεψε με τα λόγια του και το "μυστήριο" που αναδύει η προσωπικότητα του έτσι διαφορετικός που στέκει ανάμεσα στους λοιπούς καθημερινούς τύπους αλλά φυσικά...Ο ποιητής δεν γαμάει ούτε γαμιέται ποτέ.Δεν τον απασχολούν οι σαρκικές επαφές και οι λοιπές χυδαιότητες. Μόνο το πνεύμα τον απασχολεί, η γνώση. Το να συζητά για την λογοτεχνία συνέχεια και να ψάχνει για τον απόλυτο έρωτα. Ένας σύγχρονος ρομαντικός με μοναστικές σχεδόν συνήθειες. Ένα κομμάτι του θλιβερού παρελθόντος που σαν τελειώσει το επεισόδιο, μένει στον μίζερο και μουχλιασμένο του κόσμο για πάντα.

Φυσικά στα εν λόγω σήριαλ, η ποίηση γενικά ποτέ δεν χλευάζεται.Πάντα μνημονεύεται ο ελύτης η ο σεφέρης αλλά όχι σαν κάποιου ποιητές που πρέπει να προσπαθήσεις να φτάσεις, κάποιου είδους θετικά παραδείγματα. Άλλωστε και οι ίδιοι που μιλάνε γι αυτούς δεν έχουν ιδέα για τα κείμενα τους. Έχουν γίνει άπιαστες μορφές, σύμβολα που δε στέκουν δίπλα σε όποιον θέλει να ασχοληθεί με την ποίηση αλλά μόνο από εκεί ψηλά συνθλίβουν με το απειλητικό του βλέμμα όποιον τολμά να δώσει στον εαυτό του τον "υπέρβαρο τίτλο" του ποιητή.

Θα πει κάποιος πως αυτά τα σήριαλ είναι συνήθως κωμωδίες και είναι "λογικό" να παρουσιάζουν καρικατούρες του κάθε χαρακτήρα που παρουσιάζουν, όμως είτε το θέλουν ,είτε όχι, πάντα δημιουργούν την αίσθηση πως  η ημιμάθεια ή η αμάθεια ήταν κάτι που κρατά την αυθεντικότητα του χαρακτήρα σου. Πάντα οι καθημερινοί τύποι στο τέλος αυτοί που διασκέδαζαν ή πηδούσαν και οι ποιητές πάντα ήταν οι γραφικές μορφές της υπόθεσης που γύριζαν στα σκοτάδια που ζούσαν πριν τους κάνουν την χάρη και τους κάνουν και λίγο παρέα οι "φυσιολογικοί" άνθρωποι. Γι αυτό στην ουσία ήταν σαν να σου έλεγαν :
"Mικρέ!Δύο στρατόπεδα υπάρχουν στη ζωή!Πάρε και διάλεξε..."

Εγώ θα πρότεινα να μη διαλέξουμε όσο κι αν το θέλουν είτε οι "αυθεντικοί λαϊκοί τυποι", ειτε κάτι λογοτεχνικα ψώνια που προσπαθούν να ξεπεράσουν τα χειρότερα στερεότυπα για να εκδικηθούν την "πλέμπα."
Ας παραμείνουμε άνθρωποι.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

Για τον Λαμπρό Φουντα



Εκείνο που θυμάμαι περισσότερο απο τη δολοφονία του φούντα ήταν η ηλιόλουστη πορεία στη δάφνη  λίγες μέρες μετά.  Ειχα συνηθίσει απο τις γνωστές ρουτινιάρικες γκριζες διαδρομές στους φαρδιούς δρόμους του κέντρου, κι εκείνο το φως των στενών της συνοικίας έχει μεινει εγκλωβισμένο στο μυαλο μου. Δεν τον ήξερα τον ίδιο και αν τον ειχα δει δεν τον θυμόμουν, αλλα θυμαμαι ένας φιλος μου, μου είχε πει πως την επόμενη μερα σαν μαθεύτηκε το όνομα του, γινόταν συζητήση με ιταλους συντροφους για το ανταρτικο στη χώρα τους κι εκει πετάχτηκε κάποιος και είπε πως σκοτώσαν τον φούντα. Αρχισαν τότε να μιλάνε όσοι τον ήξεραν, μιλούσαν και οι ιταλοι για τους δικους τους συντρόφους που χαθήκαν, και ήταν μία συγκινητική στίγμή που όσες φορες τη θυμάμαι, προσπαθώ να την  πλασω στο μυαλο μου γιατί ήθελα τόσο να είμαι εκει.

Εκείνο όμως που με απασχολούσε περισσότερο εκεινο το σαββατιάκο ηλιόλουστο πρωινό  ήταν η μορφη του φουντα σε εκεινες τις φωτογραφιες στην παραλία που βγάλαν στη φόρα τα κωλοκάναλα. Φαινοταν τόσο χαρουμενος ,ξένοιαστος. Γιατι αραγε να θυσιασει κάποιος κατι τοσο αγαπημενο σε αυτην την εποχή, για να χαθεί σε καποιο ασήμαντο στενό της δάφνης κάποιο ξημέρωμα; Ηρωισμος; Φανατισμος; Aφέλεια; Αλήθεια; Δεν μπορούσα να βγαλω άκρη, δε μπορούσα να κατανοήσω κατα ποσον εμεις ειμασταν οι ένοχοι, εμεις που δεν συμμετείχαμε ενεργα για την κοινωνική αλλαγή χωρίς να λογαριάσουμε τίποτα, ή εκεινοι που ήταν ρίσκαραν τα πάντα ανιδιοτελώς χωρίς να βλεπουν ρεαλιστικα και κυνικα την κοινωνική κατάσταση.

Αυτές οι δύο αντιλήψεις με στριμώχναν μες στους συνθλιπτικους τοίχους τους, μεχρι να φτάσουμε σε εκεινο το στενό που τον χτυπησαν πισώπλατα. Περιέργο μου φανηκε εκείνη τη στιγμή. Καποιο βραδυ να περνα εδω τυχαία ένα περιπολικό και να βρει έναν αντάρτη πόλης να κλεβει ενα αυτόκινητο και να επακολουθήσουν όλα αυτα; Στημενη μου φαινοταν η δουλεια αλλα δεν ήθελα να κανω και τον πουαρω.  Ειχανε ξεκινησει αλλωστε και το προσκλητήριο νεκρων, ολα αυτα τα ονοματα που επερναν κατω απο το φως ζωή μεσα απο τη συλλογικη συγκίνηση εκεινου του πρωινου.

Πέρασε καιρός μετά απο αυτό και ξεχάστηκε όπως ήταν αναμενόμενο για να απομείνουν θλιβερά μνημόσυνα που ξυπνούσαν μια οργη που παλι θα συντριβόταν κατω απο την συνθλιπτικη πλάκα της ρουτινας, αλλα μου κανε εντυπωση μια αφισα που είδα.  Ενω μιλουσε για τον φούντα με κάποιο ποιητικο λογο, δεν ειχε το προσωπο του παρα μοναχα μία τυχαία σκηνη απο κάποια συγκρουση.  Ποιος ήταν ο λόγος σκέφτηκα; Ήταν κατι το χωρίς νόημα, επειδή ήθελαν να βάλουν κάτι το πιο "πιασάρικο";

Τελικα ένα φιλος μου έλυσε το αινιγμα. Ήταν ο ίδιος ο φουντας, αυτος που στην αφισα με τη μασκα του πετα ένα μπουκάλι σε αγνωστη χρονολογία σε εκεινον τον άγνωστο δρομο, κι απο τότε  σαν περασαν τα χρονια και στους δρομους  υπήρχε μονο ερημια και ηττα, τον εφερνα στη μνημη μου να προσπαθει να αναψει με τη φωτια του στους απέραντους ψυχρους δρομους, εκεινους τους άδειους δρομους που αφήσαμε να περάσει η παγωνιά του άμορφου πλήθους που καθρεφτίζοταν στις βιτρίνες, χωρίς εκεινη τη φωτιά που γινοταν σαν συναντιόντουσαν τα βλέμματα μας πυρκαγια, μ' εκεινη τη φλογα τη τόσο παλια όσο η θέληση για ελευθερη ζωη, κι εκεινον να προσπαθει ξανα και ξανα, με ενα μπουκαλι γεματο με πορφυρό φως που ανατέλλει, να προσπαθεί να τη  αναψει, ξανα και ξανα...

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Βιντεοκασετικα διαμαντακια no1: Οι συνενοχοι


Ηρθε η ωρα νομιζω να αναδειξω κάποια διαμαντάκια απο την σαβουρομανα αλλά ταυτόχρονα και τσουβαλιαστικα χυδαια κατασυκοφαντημενη δεκαετία των 80s, και να ασχοληθουμε για αρχη με μια ποιοτικη, και θαμμενη απο την κρατικοδίαιτη κουλτουρα, περιπετεια,που δειχνει κιολας τον κινδυνο που διατρέχεις αν μπλεξεις με μιλφ και γι αυτο πρεπει να βρεις μια κοπελα σωστη οπως λεει η μανα σου και να γίνεις οικογενειαρχης και κυριος για να χαρει και αυτη εγγονάκια όπως ειναι το σωστό και το πρέπον.

Για τους "συνενοχους" ομιλω , και για να πω την αληθεια, ο μόνος λογος που αποφάσισα να της δωσω μια ευκαιρία ηταν ο πρωταγωνιστής. Κάτι μου εκανε η μορφη του, μου εβγαζε χωρίς να εχω ξεκαθαρες μνημες κατι το υγιες,  το ταλαντουχο, που δεν ειχε σχεση με καλτ , σαπιες , βαρετές η παρηκμασμενες μορφες της εποχής που μονοπωλουσαν τις περιπετειες και τα δραματα εκεινον τον καιρό όπως οι ευαγγελοπουλος, αρζογλου, νομικός, εσκεναζι,κλπ, και τελικα έπεσα μέσα. Ο Ανδρέας ανδρεόπουλος κάνει εξαιρετικά τον πιτσιρικά που θελει να ωριμασει και εχει τα δικα του τα φράγκα μπλεκοντας σε διαφορες καταστασεις, και το καμινγκ οφ ειτζ που λενε έρχεται σωστά, ρεαλιστικά, μεσα απο την πλοκή, χωρις αυστηρούς διδακτισμους και τραβηγμενες δακρυβρεχτες ερμηνειες. 3ωρο το εργο μη ξεχναμε, δηλαδη κατι σαν γολγοθάς, αλλα αν αρχισεις να το βλεπεις σε κρατα, και κατι θα σε κανει να δεις και το δεύτερο μερος, όπως και στα σημεια που η ταινια κανει κοιλιά (λιγες ειναι η αληθεια), υπάρχει ο ανδρεόπουλος που σε κρατα ζωντανό και σε βοηθα να κουβαλησεις τον σταυρο παρεα. Κριμα που χαθηκε απο τον κινηματογραφο, αλλα απο οτι διαβασα στο θεατρο παραμενει ενεργος, κατι το ιδιατερο θετικό.

Δε θελω όμως να αδικησω και το υπολοιπο καστ, που κι αυτο κανει την δουλεια του αξιοπρεπως. Η αλεκα λαμπρινου που κάνει την ,χωρις να το θελει, μοιραια ωριμη γυναικα ιδανικη και καβλα μαζί (επαιζε και την γραμματεα στον ψιτ με την ιδια εξαιρετική καβλότητα), ο βασιλείου ως φυλακοβιος δυνατός, η αγνώριστη τανια τρυπη ως την παντα πιστη (όπως πρεπει) πιτσιρικα πειστική, ο εσκεναζι ως δεύτερος ρόλος παλευεται, ο δημητρης Ιωακειμειδης ως πατερας-αγριανθρωπος στα νερά του, δεν μπορεις να πεις πως υστερεί καποιος ιδιατερως..

Το σεναριο επισης βοηθά που εχει δραση, γρηγορο ρυθμο, ρεαλιστικους διαλογους, αγωνία,δυνατο τέλος, και γενικά πειθει ως περιπέτεια χωρις πολλα δράματα και γελοίες στιγμες, Ο δαλιανιδης  που υπογραφει την παραγωγη ήταν παλια πουτανα στον χωρο, και αν στην εποχη της βιντεοκασετας εβγαζε κάμποση σαβουρα, εδω ειπε να σοβαρευτεί και να κερασει μαεστρικά πόνο στον κατι ανύπαρκτους συγχρονους σκηνοθετες που με κατι πακτωλούς χρημάτων κανουν ολο περισπουδαστες παπαριες.

Δώστε του κι εσεις μια ευκαιρια λοιπόν σε ενα απο τα λιγα διαμαντια της εποχής, αφου εχει και την δικια μου πολυλογαδικη πρηξαρχιδικη σφραγίδα ποιότητας. Τωρα αν βγει μαπα, ελατε να με κραξετε για τα υπερπολυτιμα λεπτα που εφαγα απο τις συναρπαστικες ζωες σας.


Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Ο έρωτας και το ψυγειο

Αν και σκληρός ανελέητος χαλυβδωμενος από τις φωτιές των οδοφραγμάτων και λίγο αποβλακωμενος η αλήθεια είναι γιατι οι νεοι καδοι ειναι πλαστικοί και πρέπει να με πείραξαν στο μυαλό (αλλή μια προβοκάτσια του καθεστώτος),  θα σεβαστώ ετούτη την ημερα που φεύγει και θα δώσω την εξης πολύτιμη συμβουλη  στα νεα ζευγάρια που είναι έτοιμα να χτίσουν μια νέα ζωή με υλικά τα ερείπια του καθενός:

Oσο αγάπη και ευτυχία κι αν υπάρχει σε μία σχέση,  όση γλυκιά τρυφεροτητα κι αν κυριαρχεί στην καθημερινοτητα και ολα να ειναι τοσο τελεια κι αρμονικα που να νομίζεις πως παιζεις σε καμια χαζοκομεντί ή να είναι ο σύντροφος σου πρακτορας του καθεστωτος για να σε αποκοιμίσει και να αφήσεις σε δεύτερη μοιρα τα ταξικα σου καθήκοντα, υπάρχει κάτι που μπορεί να δημιουργεί συνεχως εριδες και τσακωμους με ενα χαρακτηρα αυτόνομο περα απο τις όποιες αντικειμενικές ονειρικές συνθήκες:

TO ΨΥΓΕΙΟ!

Ω μη γελατε! Ειναι ενας  παράγοντας απρόβλεπτος που μπορεί να ανατρέψει παγιωμένες υποτίθεται καταστάσεις,  αλλά για να μη γινω ρατσιστης και προσβάλω συλλογικα αυτην τη συμπαθή συνομοταξία που μας ειναι τοσο χρήσιμη αλλωστε, θα αναφέρω οσο πιο διεξοδικά μπορω τις κατηγορίες που υπάρχουν για να μην κουράσω κιόλας.

Πρώτα απο ολα εχουμε τα κλασικά ψυγεια που ολοι αγαπήσαμε. Κλεινουνε σφιχτά και ηδονικά μεσα στη σχεση ρουτινας και λατρείας που εχουμε, και πότε δεν μας δημιουργούν κάποιο προβλημα για να τους δώσουμε ιδιαίτερη σημασία, παρα μοναχα αναγνωριζουμε την πολύτιμη τους αξία σε βάθος χρόνου.

Μετα υπάρχουν τα άλλα, τα προβληματικά, που δεν κλείνουν, μα έχουν την ευγενή καλοσυνη να βγάζουν εκείνον τον χαρακτηριστικο εκνευριστικό ήχο που στην σπάει λιγο ειναι η αληθεια, αλλά όλα τελειώνουν με ενα ασήμαντο ερωτικο καβγαδακι.

Τωρα ομως ηρθε η ώρα να αναφερθώ για τα άλλα, τα μοχθηρά ψυγεία, τα ύπουλα, που ουτε κλεινουν αλλα ουτε ειδοποιούν, κι ετσι διαχεουν σιγα σιγα την ψύχρα που παγώνει τις καρδιες των ανθρωπων και ειναι ικανά ακομα να κλείσουν ολοκληρα σπιτια λες και ειναι σαν εκεινα τα στοιχειωμενα αντικείμενα  που βλεπαμε στο σηριαλ Παρασκευή και 13 μικροί.

Ετσι λοιπον συνέβη φιλοι μου σε μια σχέση που ειχα. Οχι μονάχα ειχε η συγκεκριμένη ενα απο αυτα τα  σατανικά ψυγεία, αλλά και η ιδια είχε μαστερ στη σημειολογία και καταλάβαινε τον βαθύτερο συμβολισμό που έκρυβε και η πιο καθημερινή ανούσια πραξη.

Εγω απο την αλλη συνηθισμένος απο το δικο μου το ψυγείο το αγαπησιαρικο έπεφτα στη παγιδα , και με αυτον τον τροπο η παγωνιά του ψυγειου έκανε διαφανο και τον βαθύτερο αδιαφορο χαρακτηρα μου. Αφου άφηνα το ψυγειο συμφωνα με τις θεωριες της, σημαινε πως αδιαφορούσα για οσα μου ελεγε, και δε με ενοιαζε για τα χρηματα που επρεπε να δωσει αν χαλουσε, ουτε για την  αθλια οικονομικη της κατάσταση, γιατι ήμουν ενας παρτακιας, ενας εγωισταρος, που δεν τον ένοιαζε η σχεση, κι ετσι μπορεί να την κερατωνα κιολας, γιατι πριν κατι μερες με ειδε πως χάζευα την σερβιτορα, και μονο εκείνη ενδιαφέρεται, κι εγω τίποτα, γιατι μονο εκεινη δινει στη σχέση  και μπλα μπλα μπλα.

Εγω φυσικά προσπαθούσα να αμυνθω σε ολη αυτη την ψυχρολουσία που δεχόμουν  αλλά τελικα ηταν πολύ δυσκολο, αφού ολο και καποια προφαση θα υπηρχε να τσακωθούμε γιατι κι εγω δεν ειμαι και απο τους πιο υπεύθυνους ανθρώπους τους πλανήτη, μεχρι που εκανα την ιστορική πορεια ελευθερίας χαλανδρι περιστερι με τα ποδια μια κυριακη μεσημερι που κακως δεν εχει καθιερωθει ως ενας νεος μαραθωνιος και χωρίσαμε , αλλά δεν έμεινε εκεί ολη η υπόθεση με τα ψυγεια.

Ακομα και στη νεα μου σχέση που ειναι συγκλονιστικη ανυπέρβλητη μοναδική μαγικη, (ασχετο που διαβαζει αυτές τις γραμμες αυτην την στιγμη) υπάρχει κι αλλο ενα ύπουλο ψυγείο που πάλι προσπαθεί χωρις  αποτέλεσμα μεχρι στιγμης μα επίμονα να φερει εις περας το εργο εκεινου του σιχαμενου συναγωνιστη του που εχει μεινει κατι σαν χιτλερ των ψυγειων και δοξάζεται μεχρι σήμερα:

Ξέχασες το ψυγειο ανοιχτό , ναι συγνώμη, μην το ξανακανεις, ναι θα προσέχω, αλλα εγω πάλι, και μετα τα ιδια, παλι το ξεχασες, ναι ξανα συγνωμη, και πάλι ανοιχτο ειναι, μα το εκλεισα, ναι το εκλεισες αλλα αναπήδησε, και εμεινεςπαλι ανοιχτο, δε βλέπεις φευγει η ψύξη, και να το κλείνεις αλλα μαλακά, οχι πολύ δυνατά αλλα οχι σιγα, και πρόσεχε, ναι θα προσέχω, και ξανα μετα ανοιχτό, και ξανά παλι ,  δεν εκλεισε καλα οχι, εκλεισε,  δεν έκλεισε, και

Ε ΦΤΙΑΧΤΕ ΤΑ ΓΑΜΩΤΗ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ!

Ευχαριστώ.

Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

Μπαμπουνσκι, ερημια, και μακαρονια κρυα

Θυμαμαι στα 17 μου το φθινόπωρο του 98 ειχα τελειωσει το σχολειο και δεν ήξερα τι θα κάνω. Υποτιθεται πως διαβαζα για πανελληνιες αλλα δεν ανοιγα βιβλιο, για κανα ιεκ δεν το σκεφτόμουν, για δουλειά ουτε λογος, έξω δεν εβγαινα γιατι ο μόνος φιλος (της πλακας) που ειχα ειχε παει στρατό, κι ετσι για εναν ολοκληρο χρονο καθομουν μεσα στο σπίτι. Η μόνη έξοδος που ειχα ήταν να πηγαινω στον φουρνο για ψωμι το πρωι, να παίρνω πατατάκια, σαν γυριζω να ακούω στο ραδιοφωνο σπορ φμ πανουτσο με κάποιον αλλον (δε θυμαμαι αν ηταν ο καρπετόπουλος), και έτρωγα τα πατατάκια παίζοντας nba live στο snes μηχανικα για πολλες ώρες.

Στο σπιτι ημουν ολομόναχος μεχρι τις 3 που γυρνουσαν οι γονεις απο τη δουλεια όπως και ο αδερφος απο τη σχολη. Ήταν μία χρονικη περίοδος μοναδικης μοναχικης μίζερης ελευθερίας, κι ετσι η μανα μου για να μην πεινασω εφτιαχνε συνηθως μακαρόνια με σαλτσα απο πολυ πρωι πριν παει για δουλεια. Εγω πηγαινα στην κουζίνα πάντα κατα τις μιαμιση, εβαζα ραδιο παλι σπορ φμ, εβαζα τα κρυα μακαρονια με τη σαλτσα (μιας και τοτε δεν είχαμε φούρνο μικροκυματων), και τα ετρωγα.

Εκεινη την ώρα πάντα είχε τα νέα της αεκ, και εκεινη ειδικα την χρονια η αεκ ειχε έναν παιχτη στην αμυνα που λεγόταν μπαμπουνσκι. Κάτι μου προκαλουσε αυτο το ονομα, κάποια θυμηδια, και μου είχε κολλησει. Συχνα ελεγα μπαμπουνσκι μεσα στο μυαλο μου και γελούσα μόνος μου, όπως και βαπτιζα παντα τον φανταστικο αντίπαλο όποτε έπαιζα σουτάκια μόνος στο σαλονι με ενα μπαλακι φτιαγμενο απο σειλοτέιπ και χαρτι.

Γι αυτον τον λόγο απο τότε όποτε τρωω μακαρονια με σαλτσα μου ερχεται το όνομα του μπαμπουνσκι, ή όποτε μου ερχεται αυθόρμητα το ονομα του στο μυαλο μου με πιανει πεινα και εχω όρεξη για παγωμενη μακαροναδά, και μαζί έρχεται και η αίσθηση εκεινη της περίεργα μαγικης ατμοσφαιρας της έρημης πρωινης οικογενειακης εστίας, όπως εγινε και τυχαια πριν κατι μερες που ειδα τυχαια το όνομα του σε ενα διαδικτυακο αφίερωμα.

Τωρα θα μου πείτε το νοημα έχουν όλα αυτα.

Κανενα.

Απλά ηταν μια ανούσια ιστορία για να σπαταλήσετε άσκοπα τον χρονο σας.