Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Για το κορίτσι απ' το χωριό

Ποιος αλήθεια μπορεί να λησμονήσει εκείνο το κορίτσι;
 Ναι, εκείνο λέω, που μέσα στον θλιβερό παγωμένο έρημο χειμώνα της επαρχίας, με τη φλόγα της καρδιάς του κρατούσε ζωντανό έναν ολόκληρο κόσμο, που μόνο στα παραμύθια της γιαγιάς τον είχαμε φανταστεί. Tότε που σαν φτάναμε τον ιουλη εξουθενωμένοι απο την άσκοπη περιπλάνηση στους γκρίζους πνιγηρούς λαβύρινθους της πόλης, και όσες λέξεις κι αν γράψαμε στους τοίχους της καμία δεν μπόρεσε να δώσει ελπίδα κι ομορφιά, εκείνη απλόχερα και με αθωότητα βαθια ερωτική, μας έδινε πνοή  απο εκείνα τα κόκκινα χειλη της που έπνεε αέρας με δροσιά αναζωογωνητικη, καθάρια,  σάρωνοντας όλη την θλιβερή αποπνιχτική μυρωδια του καυσαερίου, και όταν χώθηκε στην αγκαλιά μας, τα δυο της μάτια έγιναν πήγες παρθένες που κελαριζε κρυστάλλινο νερο, απο όπου όποιος ήπιε δε το ξεχνά ποτέ, για να γίνει μετά ποτάμι που έρχεται απο τα ψηλά βουνά σαν λιώνουν οι πάγοι του χειμώνα, και γεμίζει ορμητικά με ζωή τις ξερες κοίτες με άρρωστα έλη τους.

Ωστόσο φίλοι μου μην παρασέρνεστε από αυτές τις μοναδικές  και καθόλου υπερβολικές εικόνες. Τίποτα στη ζωή δεν είναι τόσο παραμυθένιο, κι όπως ξέρουμε και σε αυτά, παντα υπάρχουν σκοτεινές πτυχές που αποκρύπτονται, όπως και μορφές τρομερές, που μας προκαλούσαν φοβο ακομα κι αν το καλο νικουσε παντα στο τέλος. Στην περίπτωση αυτή δυστυχώς δεν ήταν τίποτα τέρατα κρυμμένα στην ντουλάπα, αλλά σε όλο το σπίτι τριγυρνουσαν σαν φαντασματα που ηθελαν να στοιχειώσουν ζηλόφθονα όποια ζωή πήγαινε να ανθίσει εκει μεσα στα αστραφτερά ερείπια του σπιτιού, και να απομείνει μονάχα ερημιά και μούχλα που βγαίνει πολύ δύσκολα γιατί μαγκώνεται βαθιά μεσα στις ψυχές.

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ!

Ναι!Εκείνοι που σε κεινον τον λαμπερά αψεγάδιαστο κοσμο που μας χάριζε το κορίτσι απο το χωριό, έφερναν ένα μελαγχολικό συναισθημα, κατι απο την πνιγηρή συννεφιά του φθινοπώρου που θα ρχόταν, μα όμως αυτοί ήταν που καναν κι εκεινο το φως πιο δυνατο ετσι στριμωγμένο μεσα απο τα σύννεφα, κι όπως ο ήλιος έδυε στα τέλη του αυγουστου έπαιρνε τα πιο ομορφα χρώματα που χαραζοντουσαν μεσα σου βαθια, που καμία μελλοντική λιακάδα δεν μπορούσε να σου προσφέρει, και ήξερες απο εκείνη την στιγμη πως δε θα σβηστουν ποτε, και θα κυλουν μεσα στο αίμα σου , ακόμα κι αν εκείνη η φωτια τους σε έκαιγε για πάντα.

Κι εκεινο το σκοτάδι! Όχι. Δεν μιλάω για εκείνο της θλιβερής κάμαρας αλλά της εκκλησίας, που αν και την ημερα μας καταπίεζε και έπνιγε καθε ομορφιά μεσα στη μίζερη της ατμοσφαιρα με θλιβερούς καταναγκασμους και κλάματα, τη νυχτα στην σκοτεινή αυλή της, ο έρωτας δοξαζόταν απο την νεολαία φέρνοντας τον χριστο της αγαπης πιο κοντα απο ποτε. Εκει ήταν ο χώρος μας, με το σκοτάδι το ερωτικό, εκείνο που το πλαθαμε εμείς με τις χειρονομίες μας, ενα σκοτάδι ζεστό , δικό μας, γεματο χρώματα, κι ας λιγο πιο κει κατοικούσε ο τρόμος, οχι απο κάποιους γονεις, μα απο κάφρους που ειχαν παει για ματι ή αλητείες, κι έβλεπες του καύτρες των τσιγάρων τους σαν πυγολαμπίδες που θα σβήσουν γρήγορα σαν την εφηβική τους εξεγερση. 

Έτσι λοιπόν έπρεπε να γίνουν όλα γρήγορα,  αγαρμπα, μα τοσο αξέχαστα και ιδιαίτερα, που εκεινη η στιγμή που ενώθηκες μαζι της δεν μπορούσε να συγκριθεί με καμιά απο τις αθλιες χολιγουντιανες με τα κεριά τις σαμπανιες και τις λοιπες γραφικότητες, και διέλυσε με αυτον τον τοσο βιαστικό μα με τόσο ουσία και καβλα επαναστατικό τρόπο, τους αργόσυρτους αποπνιχτικους ρυθμούς της επαρχίας.

Και να το ξέρω. Εντάξει. Θα βρεθουν οι γνωστοί κυνικοί τύποι και θα πουν πως όλα αυτα ειναι της φαντασίας σου. Ποτε δε συνέβησαν ποτέ γιατί ειναι γνωστη η ιστορία με τη κοπελα απο το χωριό, και μονο τον έπαιζες χωρίς ουτε να έχεις να δεις τσόντα, μονάχα περίμενες μπας και σταθεροποιηθεί λιγο το σημα του φιλμνετ για να μαλακιστεις στα γρήγορα και μετα να τρέξεις παλι γρηγορα, για να μη μυρίζουν τα σεντόνια ή να κάνεις λεκε στο ξύλινο πατωμα, να την πλύνεις εξω στα φυλλα της λεμονιάς προσέχοντας μη σε δει ο πατέρας σου που μπορει να γύριζε απο έξω ως συνηθως αργά, και να ακούσεις το τρίξιμο της σκουριασμενης σιδερένιας πόρτας!

Ναι ναι παραδίνομαι. Ας παραδεχτούμε λοιπόν πως η ιστορία με το κορίτσι από το χωριό ήταν όντως ένα μαγευτικό παραμύθι.  Ποιος ενδιαφέρεται άραγε για την αλήθεια; Ήταν τόσο λεπτομερής άλλωστε η φαντασίωση αφού έπρεπε να την έχεις έτοιμη σε κάθε περίπτωση, που κατέληγε μια εμπειρία βιωματική! 

Δε γινόταν κι αλλιώς άλλωστε. Μόνο αν ήσουν σε κάνα τει η κανα ιεκ μακριά απο την περιοχή σου, θα μπορούσες να πουλήσεις ντόπιο παραμύθι χωρίς να χρειαστεί να προσφύγεις σε μέρη μακρινά. Αν με ρωτούσε όμως κάποιος φίλο φίλου ποσες γκόμενες είχες και πόσες έχεις πηδήξει και όλα τα λοιπα τι θα έλεγα; Πως έπαιζαν πολλές φάσεις στον κολωνό παλια; Θα τρανταζόταν η περιοχή απο τα σεισμικά γέλια και θα χανόταν για πάντα από τον πλανήτη  τέτοια ομορφιά απερίγραπτη.

Μου αρέσει μάλιστα πως ήμουν ιδιαιτέρα περηφανος για το σχεδιο που ειχα συλλαβει. Τι ιδιοφυές σκεφτόμουν! Ότι ιστορία θέλω μπορώ να πλάσω, με κάθε λεπτομέρειες, για να ξεφύγω απο την υποψία του κάθε καχύποπτου τύπου που ειχες κάνει σεξ, άρα στο μυαλό μου ήταν σε θεση ιδιαίτερα προνομιούχα άρα και ισχύος. Πριν κατι χρόνια ειδα πως αυτη η ιστορία ήταν ευρέως διαδομενη ως μούσι, και μπορώ πως εξεπλάγην, αλλα πάλι αυτές οι εποχές είχαν περάσει ανεπιστρεπτι για να σοκαριστώ. Παλι καλα που θυμήθηκα πως την είχα βγάλει με κατι ελαφρές ειρωνείες, που δεν ειχα καταλάβει ποτέ, γιατι μετα όταν βρηκα και στο οι κεκαρμενοι του κασδαγλη όταν διάβασα τι τραβουσε εναν φαντάρος όταν τον δούλευαν για το κορίτσι του απο το χωριό. Και όλα αυτα την δεκαετία του 50! Ωιμε! Αλλα και τι αν εκανες; Να έλεγες 20 χρονών μαντράχαλος πως δεν ειχες κάνει ποτε σεξ; Με τα πιο φριχτά βασανιστηρια δεν θα αποκάλυπτα αυτο το πιο φριχτό μυστικό απο όλα. Και μη πως θα προτιμούσα ακομα να διαβασω παρασκευή βράδυ απο το να το ξεστομίσω.

Και για μπουρδέλο φυσικά, ούτε να το συζητάμε. Εκείνες οι θλιβερές μπουρδελότσαρκες με τους φίλους μου (που μεγαλυτερη σχεση είχαν αναπτυξει μεταξυ τους εκεινοι που περιμεναν να πηδηξουν στο σαλονάκι παρα εγω με αυτούς), ήταν ένας απο τις χειρότερους μου εφιάλτες, μαζι με εκεινο το σιχαμενο παιχνιδι βασανιστηρίων θάρρος η αλήθεια που παιζαν στα πάρτυ. Όχι πως δε μου άρεσε η πλάκα και ήμουν ξενερωτος ή ειχα κάποιες πρώιμες αντισεξιστικές ανησυχίες, αλλά υπήρχε ένα βρώμικο οργιαστικό κλίμα εκεί μέσα, ένας χυδαίος χαβαλεδιαρικος άναρχος αυθορμητισμός, που με έκανε να τρομάζω περα απο το ζήτημα της σεξουαλικής επαφής που με τρόμαζε από μόνο του, αφού θυμόμουν πάντα με καθε λεπτομέρεια τον εξευτελισμο ενός από την παρέα που μπροστα στα έκπληκτα ματια όλων μας του είπε η κοπέλα του πως δεν του σηκώνεται! Έτσι δεν μπόρεσα να βυθιστώ σε όλο αυτο το σκηνικό για να γίνω ένα κομμάτι του, και απόμεινα να τρώω τα απόνερα της καθε μπουρδελότσαρκας με τα τρανταχτα γελια των πελατων, τα άπληστα χουφτώματα, τις κραυγες της πουτάνας “αφου δε ξερεις να γαμας”, τα ρατσιστικά αστεία για τους πακιστανους που εκδιώχνονταν θρασύτατα και δημιουργουσαν έναν ιδιαίτερο περηφανο πατριωτικό δεσμό ανάμεσα σε εμας τους έλληνες πορνοπελάτες, κι αφου δεν αποδέχτηκα και το παστίτσιο που με πρόσφερε απλόχερα ο νταβατζής, μετα απο κάποιες βολτες ουδέποτε ξαναπάτησα και το μόνο βασανιστήριο που αποδεχόμουν ακόμα σιωπηλά ήταν του στριπτιτζάδικου.

Στο χωρίο από την άλλη πάλι καλά, τέτοιες ανησυχίες δεν υπήρχαν. Χαοτική η Αθήνα με τα πολυάριθμα πολυπλόκαμα στενά της, κι έτσι οι ιστορίες μπορούσαν να διαπλέκονται άναρχα χωρίς να παιρνει χαμπάρι κανείς το θλιβερό στίγμα που κουβαλούσες.

Για να πω την αλήθεια ωστόσο, ούτε αυτό χρειάστηκε , γιατί κανείς στην παρέα εκείνη δεν είχε τέτοιου είδους διαβολική περιέργεια που προσπαθούσε σαν τον ανακριτή να μπερδέψεις τα λογια σου για να σε κλείσει στα καγκελα του φρικαλεου του χαμόγελου. Κι ο λόγος ρωτάτε; Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία της παρέας ποτέ δεν είχε παρασυρθεί από τις αμαρτωλές σαρκικές ηδονές!

Ω ναι! Είμασταν ένα μάτσο εικοσάρηδες που δεν ειχαν κανει σχεση ποτέ κι έτσι κανεναν καμιά έννοια δεν τον απασχολούσε ιδιαίτερα ή κάποια ομορφιά δεν τον αποπροσανατόλιζε μακριά απο το κλειστό συμπαν της παρέας. Όλα γυρνούσαν γύρω απο την μπάλα, τον χαβαλε, την μουσική, και η όποια συζήτηση για κόπελες ήταν ανάλαφρη αφού ξέραμε πάνω κάτω το μάταιο όλο του πράγματος. Ολα ήταν επιδερμικά χωρίς προδοσίες και δραματα απο αυτα που βλέπαμε τότε στα σιριαλ τα μεσημεριατικα του μεγκα, με κάποια παιδική βλακώδη αθωότητα κι αφέλεια, όπως και βυθισμενα στο μαρτυρική, μαστουρωτικη, μυστηριακή καβλα της αγαμίας. Και γι αυτόν τον λογο επίσης κάθε χρόνο το ραντεβού ήταν εκεί και δεν έλειπε κανείς, χωρίς να έχουμε δηλαδή προδότες λιποτάχτες που θα κρυβόντουσαν σε κάποιο νησί για να μας λένε χυδαία τι όμορφα πέρασε, ενώ εμείς δίναμε καθημερινές μάχες με βλέμματα και όνειρα που διαλυόντουσαν σαν έκλεινε η πόρτα της καφετέριας ή του μπαρ αφήνοντας μόνο ερείπια.

Το ξέρω θα πείτε θλιβερές καταστάσεις και σιγα τώρα που αν είχατε καμιά κοπελα θα καταστρεφόταν ο κόσμος, αλλά αλήθεια, γιατί να ξαναγυρνάμε εκει με τέτοια ρίσκα. Άλλωστε όλα τα προλάβαμε να τα κάνουμε. Άλλος βρήκε δουλειά, άλλος παντρεύτηκε, αλλος παιδιά, άλλος ολο με γκόμενες γυρνά, υποχρεώσεις, ταξίδια, και τα λοιπά που μας έκαναν να χαθούμε.

Τέτοια παρέα όμως, ουδέποτε ξαναβρέθηκε.

1 σχόλιο: